Μέτα τα επεισόδια που έλαβαν χώρα στο ΟΑΚΑ και λίγες μέρες πριν την παρέλαση της 25ης Μαρτίου, νομίζω το παρακάτω άρθρο της "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΊΑΣ", είναι και πάλι επίκαιρο...
του Γιώργου Σταματόπουλου
Φοβούμεθα ό,τι μας εξουσιάζει, άρα ο φόβος είναι η εξουσία. Με τον αυθαίρετο αυτό ορισμό θα μπορούσαμε να αντιπαρέλθουμε όλα τα σχετικά περί τον φόβο. Για να οδηγηθεί όμως κάποιος σ' αυτόν τον ορισμό οφείλει να έχει τρομοκρατηθεί, να έχει δει τρομοκρατημένους ανθρώπους, να έχει τρομοκρατήσει ο ίδιος. Άλλως: να έχει αντικρίσει ή βιώσει όλες τις μορφές του φόβου: από τον αρχέγονο φόβο απέναντι στο ανερμήνευτον και φρικώδες των φυσικών δυνάμεων έως την πολυτέλεια του φόβου απέναντι στο θάνατο.
Είναι πιθανό και λογικοφανές στις απαρχές οι αγέλες ανθρώπων να συνενώθηκαν για να αντιμετωπίσουν σεισμούς, θύελλες, φουρτούνες, πυρκαγιές, πλημμύρες και το φθαρτόν του σώματός των. Δεν φαίνεται όμως να πέρασαν πολλές χιλιετίες αφότου, μετά τη συνένωση και οιονεί αντιμετώπιση του ξεσπάσματος της φύσης, άρχισαν να φοβούνται ο ένας τον άλλον. Πλέον δεν ήσαν αναγκασμένοι να εξευμενίζουν τους θεούς που έπλασαν για ν' αποδιώξουν το φόβο, τον τρόμο, τον πανικό. Η αρχαία κραυγή, το τρέμουλο, το ρίγος, ο πυρετός, το παγωμένο αίμα αντικαταστάθηκαν ή μεταφέρθηκαν στο κοινωνικό γίγνεσθαι, στον ανταγωνισμό.
Στην αρχαία Ελλάδα ήθελαν το Φόβο υιό του θεού του πολέμου και της θεάς της ομορφιάς (ας μη δούμε κάποια παραδοξότητα στην επινόηση του ζευγαριού) και αδελφό του Δείμου (Τρόμου). Τον απεικόνιζαν με μορφή λιονταριού, συνήθως όμως με μορφή γενειοφόρου Πάνα. [Φόβος έκπαγλος βροτείων, (εξ αυτού τάχα να ταυτίζεται με τον πανικό;)]. Οι Σπαρτιάτες είχαν προς τιμήν του(!) ιερό του Φόβου· πώς αλλιώς θα επιβαλλόταν η πειθαρχία τους; Ξόρκιζαν δηλαδή το φόβο τους μετατρέποντάς τον σε θεό. Η ιωνική όμως άνοιξη σμπαράλιασε αγάλματα και θεούς· ο άνθρωπος έπρεπε -πάλι- μόνος του να ερμηνεύσει την ύπαρξή του και την ανθρώπινη κατάσταση-συμβίωση. Και αφού έπαψε να φοβάται τον θεό, άρχισε να φοβάται τον άνθρωπο· αρχικά αυτόν που είχε μεγαλύτερη ρώμη, εν συνεχεία αυτόν που είχε περισσότερη εξουσία.
Οι Αθηναίοι στο άκουσμα και μόνο της λέξης Πέρσες ετρομοκρατούντο, κιτρίνιζαν από το φόβο τους. Αναγκάστηκαν λοιπόν να τους νικήσουν, ναι, αναγκάστηκαν, για να εκδιώξουν τον τρόμο τους. Κι έτσι, γεννήθηκε η δημοκρατία!... Απέβαλαν το φόβο τους ακριβώς γιατί απέβαλαν την εξουσία των Περσών. Χωρίς άγχος πλέον συνυπήρχαν ειρηνικά· ειρηνικά, χμ.... Δικαιολογούν όμως τις αυθαιρεσίες τινών συγχρόνων ότι ο φόβος αναπλάθει το εγώ του άγχους, ότι, ως βιολογική αντίδραση, είναι μια άμυνα του οργανισμού. Λες και μπόρεσαν ποτέ να ενυλώσουν το πλαγκτόν των συναισθημάτων, να ανακαλύψουν τη δομή αυτού του πλαγκτού, να βρουν τα κύτταρά του.
Το γεγονός ότι ο πνευματικός κόσμος έχει ακολουθήσει αρχήθεν σκολιό δρόμο πιθανώς να οφείλεται στο φόβο, στην καχυποψία· [ποτέ δεν ξεπεράσαμε την (αναπόφευκτη) εξουσία του πατέρα· και της μητέρας ακόμη]. Δεν νομίζω ότι έχουν δίκιο όσοι ισχυρίζονται ότι ο φόβος είναι η πιο αρχαία μνήμη· η πιο αρχαία μνήμη είναι το γαλήνιο συναίσθημα από την κολύμβηση στα μητρικά νάματα, από το θαυμάσιο αυτό εννεάμηνο ταξίδι αναμονής(!), το ταξίδι που καθορίζει σχεδόν καθόλον το μετέπειτα ισχνό βίο μας.
Δεν υπάρχει φόβος στη μήτρα της μάνας· μόνο χαρά. Ο φόβος εμφανίζεται όταν αρχίζουν να λειτουργούν οι νοητικές (εξουσιαστικές) διαδικασίες.
Φοβούμεθα το απρόσωπον των νόμων. Ποιοι έφτιαξαν αυτούς τους νόμους; Το βέβαιον είναι ότι ψηφίστηκαν, ορίστηκαν και καθορίστηκαν από τα συμφέροντα των ισχυρών, των εξουσιαστών: Αρχικά ελέω θεού και στη συνέχεια βασιλέως, τυράννου, αυτοκράτορα, φεουδαλιστή, δικτάτορος, φασίστα, αλλά και δημοκρατίας. Οσο πιο πολύ φοβάται κάποιος σήμερα (για τη δουλειά του, για το σύντροφό του, για τα παιδιά του, για το μέλλον, για το θάνατο) τόσο λιγότερο αντιεξουσιαστής είναι· τόσο μεγεθύνει την αλαζονεία αλλά και την αίγλη των εξουσιαζόντων· τόσο πιο πολύ υπηρετεί ένα διεφθαρμένο σύστημα. Ουδέποτε θ' αλλάξει αυτή η ροή, ειδικώς όταν υπάρχουν δήθεν διανοούμενοι που επιτίθενται λεκτικώς στο σύστημα και ουσιαστικώς είναι φερέφωνα και τελάληδές του· υποχείριά του.
Οι τύραννοι όσο και οι σημερινοί πρόεδροι Δημοκρατιών, αλλά κυρίως οι «διανοούμενοι» γνωρίζουν καλά το φόβο των ανθρώπων· σ' αυτόν βασίζονται για να κυριαρχούν. Μα, δεν είναι και οι ίδιοι άνθρωποι; Δεν ένιωσαν αυτοί ποτέ τους φόβο; Ναι· απλώς κατενίκησαν το φόβο επιβάλλοντάς τον στους άλλους. Περαιτέρω, αυτοί είναι που φοβούνται περισσότερο μη τυχόν χάσουν την εξουσία τους, και μετά; Μετά τι;
Ο μέγιστος φόβος είναι, θαρρώ, αυτός μπροστά στην απόφαση: Με την εξουσία ή απέναντί της; Αλλά η απάντηση είναι γνωστή εδώ και χιλιετίες. Οι πολλοί, όχι αναγκαστικά η πλέμπα, τάσσονται με την εξουσία, υποκύπτουν στα μαγνάδια της, στην επίδειξη δύναμης. Γνωρίζεσαι με πολιτικούς, με επιχειρηματίες, με δημοσιογράφους; Μη φοβάσαι τίποτε. Ολα θα πάνε δεξιά στη ζωή σου! Αλλά και μετά την απόφαση ο φόβος δεν σταματάει για όσους προσκύνησαν την εξουσία· απλώς διασπάται σε μικροφοβίες, μη χαθεί τίποτε απ' αυτά που κέρδισαν με την απόφασή τους. Καταντάνε ανθρωπάκια, μίζεροι, καχύποπτοι, ανέραστοι, εξυπνακιστές, εαυτούληδες, οστεολείχοντες, εγκληματίες, δειλοί, πολεμοχαρείς, ειρηνόφιλοι κ.ο.κ.
Δεν υπάρχει πιο θλιβερό θέαμα από ένα φοβισμένο άνθρωπο. Ρίξτε μια ματιά γύρω σας· παντού φοβισμένα ανθρωπάκια που το μόνο που περιμένουν είναι η στιγμή καθ' ην θα επιδείξουν την εξουσία τους! Γι' αυτές τις στιγμές ζουν· όλο το άλλο χρονικό διάνυσμα είναι κατειλημμένοι από τον τρόμο μήπως δεν τους δοθεί η ευκαιρία γι' αυτήν την επίδειξη.
Δεν ξεριζώνεται, δυστυχώς, ο φόβος. Οσο παραμένουμε δέσμιοι του νηδύμου μας, όσο υποκλινόμαστε στην εξουσία τόσο θα εντείνεται η ενοχή της μάνας για τα δυνάμει έμφοβα «τσογλάνια» που γεννάει, η οποία όμως ενοχή σβήνει άμεσα όταν αγγέλλεται η ύπαρξη ως το πιο ιερό «επίτευγμα» του ανθρώπου. Ιερό-ανίερο, αλλά...
Φόβος σημαίνει υγεία, διατείνονται ένιοι ψυχολόγοι, συνυφαίνοντάς τον με τον αρχέγονο τρόμο, με τον ύπνο και το θάνατο. Γιατί διαγράφουν έτσι διά μιας τον homo ludens; Γιατί υποτιμάνε το παιγνίδι ζώων και ανθρώπων και προτάσσουν μόνο το φόβο; Διότι το παιχνίδι είναι αντίσταση στην εξουσία, το παιγνίδι αδιαφορεί για το φόβο, προσδίδοντας ανεξαρτησία σε όσους συμμετέχουν. Γι' αυτό και όλα τα παιχνίδια σήμερα ελέγχονται από την εξουσία. Για να θρυμματισθεί το παίζειν και να αντικατασταθεί από το ιδιοτελώς παίζειν· το τέλος ήγουν να επικρατήσει της χαράς και να επανακάμψει ο φόβος: ο φόβος της ήττας και τα δυσάρεστα συμπαρομαρτούντα για τον ηττημένο.
Δεν νομίζω ότι μας φοβίζουν οι διαφορετικοί άνθρωποι ώστε να τους μετατρέπουμε σε αποπομπαίους τράγους· δεν είναι ο φόβος απέναντι στους αιρετικούς που μας μετατρέπει σε τρομαγμένα ζώα, σε ζώα που δεν επιθυμούν να χάσουν τα κεκτημένα· είναι η εξουσία αυτή που κινεί την ηλιθιότητά μας να δολοφονούμε ώστε να μη διαρραγεί η κοινωνική συνοχή· η εξουσία της οικογένειας, της ομάδας, του συνόλου. Αυτή εγχαράσσει στα μέλη της την ιδεολογία του φόβου, αυτή οικοδομεί τα στερεότυπα του φόβου.
Ολα δείχνουν ότι ο φόβος είναι κοινωνικό φαινόμενο και όχι βιολογικό. Ο φόβος ο κοινωνικός είναι διαρκής. Ο αρχέγονος φόβος, τον οποίο επικαλούνται οι εν διατεταγμένη υπηρεσία σοφοί, είναι στιγμιαίος· «κόβει» τα γόνατα και παγώνει το αίμα, γρήγορα όμως αποβάλλεται, διότι: μετά την καταιγίδα ακολουθεί ηλιοφάνεια, μετά το σεισμό ηρεμία, μετά τον κατακλυσμό γαλήνη. Το παιγνίδι της ζωής κατισχύει του φόβου απέναντι στη φύση ή τον εγκληματία.
Ναι· ο στιγμιαίος φόβος, ως αντίδραση του οργανισμού, είναι υγεία. Ελευθερώνει τα πανικοβληθέντα κύτταρα, προβάλλει τα αντισώματά του, ακόμη και του πλέον απαισιόδοξου ανθρώπου. Ο φόβος όμως που διαχέει η εξουσία είναι συνεχής κι εξαντλητικός (έτσι είναι κάθε τι το επίπλαστον). Συρρικνώνει τα συναισθήματα αλληλεγγύης, τη συμπάθεια, το ενδιαφέρον για το γείτονα και τη δημοκρατία. Γιατί πάσχει η δημοκρατία; Διότι οι πολίτες είναι πλημμυρισμένοι από φόβο, από εξουσία· το DNA των ανθρώπων φαίνεται να μεταλλάσσεται· φρίκη.
Μην αναζητήσετε σελίδες που πιθανώς να απαλύνουν το φόβο, να τον εκδιώκουν· δεν υπάρχουν τέτοιες σελίδες, καλύτερα: δεν υπάρχουν άνθρωποι να γράψουν τέτοιες σελίδες. Οι μεγάλοι συγγραφείς έγιναν μεγάλοι στην προσπάθειά τους να καταπνίξουν τους μικροφόβους τους: το φόβο της μοναξιάς, το φόβο της απόρριψης, το φόβο της μη καταξίωσης, το φόβο της χλεύης, το φόβο της αποτυχίας, τον φόβο, γενικώς, έλλειψης ικανοτήτων. Ακόμη και ο αστείος φόβος μπροστά στο θάνατο ωχριά απέναντι στο φόβο τού να περάσεις απαρατήρητος σ' αυτή τη ζωή. Ας προσθέσουμε όλους αυτούς τους φόβους· τι άθροισμα προσφέρουν; Μα, την εξουσία την ίδια· δεν είναι οφθαλμοφανές και νοοθύμως εύληπτον;
Αλλά ο καθείς αγκιστρώνεται πίσω από το δικό του φόβο και κρίνει ζώντες και τεθνεώτες βάσει των αρχών αυτού του (κατα)δικού του φόβου. Δεν είναι ιλαρόν το φαινόμενον; Μετατρέπουμε το φόβο μας σε ασπίδα και έλεος μαζί· οικτίρουμε εαυτούς για να ζητιανέψουμε λίγη προσοχή από τους δίπλα κινούμενους.
Οσο ο άνθρωπος θα σπαράσσεται από το μέγα φόβο, ήγουν την εξουσία, τόσο το μυστήριο του Σύμπαντος θα έχει ένοχη συνείδηση (και ας μη λύσουμε ποτέ αυτό το μυστήριο...). Δύσκολο να γράφεις για το φόβο-εξουσία. Διότι κάθε στιγμή παραμονεύει να σε κομματιάσει εάν θίξεις το μυστικό της, την ουσία της. Φοβόπληκτοι - φοβολάγνοι = εξουσιόπληκτοι - εξουσιολάγνοι. Δεν είναι τραγικό; Οχι, σε σύγκριση με την αμέσως επόμενη εξίσωση (sic): φοβόνοες - φοβόθυμοι - εξουσιόνοες - εξουσιόθυμοι (εάν θέλουν να παρέμβουν οι γλωσσολόγοι, καλώς· άλλως, ας συνεχίσουν να καθεύδουν τυλιγμένοι στην τύρβη των μικροφόβων τους - μικροεξουσιών τους).
Καλά· ούτε πονάει η αλήθεια, μήτε τεθλασμένη είναι· μας θυμίζει απλώς τις ενοχές μας, τους φόβους μας· αναδεικνύει το ολίγιστον της γενναιότητάς μας στο ξύπνημα της κάθε μέρας.
Κρίμα. Αλλά ο φόβος είναι κρίμα, όπως και ο χρόνος. Άρα; Ας μην προσδοκάμε συμπεράσματα. Δεν υπάρχουν. Σκολιός είναι ο δρόμος της ανθρωπότητας αρχήθεν. Αλλά πώς αλλιώς μπορούσε να εγχαράξει την πορεία του; Αυτόν το δρόμο προτίμησε, αυτά τα ίχνη άφησε. Πάνω σ' αυτά βαδίζουμε εμείς ημίτυφλοι, σχεδόν τυφλοί. Αφού διαχωρίσαμε το νου από το σώμα, αφού τρομάξαμε από το αιώνιο γίγνεσθαι του Ηράκλειτου, αφού τοποθετήσαμε (καθορίσαμε) όρια μεταξύ ύλης και πνεύματος, πώς να ερμηνεύσουμε τα φαντάσματα της επιστήμης και της θρησκείας; Είμαστε ακόμη υπνωτισμένοι από το cogito, ergo sum του Καρτέσιου· έμφοβοι και ανίκανοι να δούμε την ταυτότητά μας ως αρμονική συνύπαρξη νου-σώματος. Ντρεπόμαστε για τα ένστικτά μας ή τα φοβόμαστε;
Ο,τι και να 'ναι, καταντήσαμε αιχμάλωτοι της απογοήτευσης. Αλλά έτσι συνέβη, και τώρα πασχίζουμε να ανασυνθέσουμε τα κομμάτια της αρχαίας μνήμης και του τεμαχισμένου εαυτού μας. Ο φόβος-εξουσία εξαφάνισε τους Προσωκρατικούς φιλοσόφους (κήρυκες της ενότητας των πάντων), τους Σοφιστές, τους Επικούρειους, τους ηδονιστές του Αρίστιππου και όλους όσοι έβαζαν φωτιά στα θεμέλια του φόβου. Αναδείχτηκαν έτσι ο Αριστοτέλης και ο Πλάτων, εκφραστές της υλικής επιστήμης και της μεταφυσικής, τελάληδες του δυϊσμού του δυτικού πνεύματος. Εκτοτε ο φόβος εδραιώθηκε, απλώθηκε, κυριάρχησε.
Φτάσαμε σήμερα στο σημείο να ζητούμε θεραπεία από «ειδικούς» του φόβου, επιστήμονες δηλαδή που προσεγγίζουν, αναλύουν, ερμηνεύουν το φόβο! Εάν είναι δυνατόν! Απίστευτοι διανοητές-ρήτορες του ευρωπαϊκού προσανατολισμού αδολεσχούν περί ξενοφοβίας και πώς μπορούμε να την απαλείψουμε, αγνοώντας προκλητικά την ταύτιση φόβου-εξουσίας. Άλλο φοβίες, άλλο φόβος. Οι φοβίες είναι κομμάτια του φόβου, αφειδώς διεσπασμένα στις κοινωνίες· η προσπάθεια να τις αποτινάξουμε δεν είναι παρά το άλλοθι του φόβου, η ευφυής και εύφημος διαιώνισή του. «Διώξτε τους φόβους σας -λένε οι ρήτορες- και θα μπορέσετε να συνυπάρξετε». Ουδείς τολμάει να πει «διώξτε την εξουσία (σας)» διότι άπαντες τρέφονται εξ αυτής.
Δεν υπάρχει -ευτυχώς- ορισμός του φόβου· ποιες λέξεις θα αποδώσουν την άναρχη διαταραχή του πλαγκτού, ποια γράμματα θα συνθέσουν ανάγλυφα το απρόσωπον της εξουσίας; Οι επιστήμονες, δέσμιοι της μονομέρειας και της εξειδίκευσης, απλώς προσπαθούν με τους ορισμούς τους να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους (τι φόβος κι αυτός, να προσπαθείς λυσσαλέα να χτίσεις έναν ορισμό, ώστε ν' αποβάλεις το υπαρξιακό σου κενό).
Μπορεί να μην υπάρχει ορισμός του φόβου, αυτός όμως μας ορίζει· καθορίζει τη στάση μας απέναντι στο συνάνθρωπο και στις στιγμές που παρελαύνουν, λυπημένες γιατί δεν τους δίνουμε σημασία, γιατί δεν ερωτευόμαστε με αυτές αλλά με κάποιο (επιπλωμένο) μέλλον τους.
Ενιοι διανοητές πιστεύουν ότι η διαλεκτική μεταξύ του κακού και του καλού δεν έχει βάση πραγματική, αλλά είναι προϊόν του φόβου του ανθρώπου. Η βούληση του Νίτσε για υπέρβαση αυτής της πεπλανημένης διαλεκτικής εκφράζει τη ζωτική ανάγκη να ελευθερωθεί ο άνθρωπος από μια αρχέγονη πλάνη και από την παγίδα στην οποία είχε πιαστεί εκ γενετής. Ποιος ακούει σήμερα; Ποιος άκουσε έστω; Ποιος θα ακούσει; Αφού κάναμε τη σκέψη μας κλίνη του Προκρούστη, αφού διαχωρίσαμε την ύλη από το πνεύμα, την πολιτική από την ηθική, το παιγνίδι από τη χαρά, δεν μας απομένει τίποτε άλλο παρά η γελοιοποίησή μας μέσω του θεάτρου της ζωής, έστωρ του οποίου είναι ο φόβος. Και σκηνοθέτης, προσθέτουμε για να ολοκληρωθεί το όλον του θεατρικού. Πώς, διάβολε, γίνεται ο φόβος, η εξουσία να διαφεντεύει τις ζωές μας, τις πίκρες μας, τις χαρές μας; Να σκηνοθετούν την πορεία μας ως απλών θεατών και υποτονικών πρωταγωνιστών ταυτοχρόνως; Ρητορικό, σαφώς, το ερώτημα, διότι η απάντηση έχει ήδη δοθεί. Αλλά μ' ένα «γιατί» πεθαίνουμε άπαντες· όσοι πάνε ήσυχοι στο μνήμα απλώς έχουν κουραστεί να φοβούνται ή να σκέφτονται, παραιτημένοι, αδύναμοι.
Θα ήταν ευχής έργο εάν ο φόβος μπορούσε να παιδαγωγήσει τον άνθρωπο και να του προσφέρει αποκαλύψεις (ο Κίρκεγκορ πίστευε ότι η αγωνία είναι μια τέτοια ιδιότητα)· ο άνθρωπος όμως της τεχνολογίας φρικιά όταν αίφνης συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί μήτε να χαρεί μήτε να εκραγεί. Τούτο διότι η χαρά και η έκρηξη (συναισθηματική, υπαρξιακή) ενοχλούν την εξουσία· αφού λοιπόν από μόνοι μας δεν καταφέρνουμε ν' αντισταθούμε, επιδιδόμεθα σε προγραμματισμένα ταξίδια και μεθύσια, εντελώς ανώδυνα για την ακεραιότητα και βασιλεία του φόβου. Και αυτό το εκμεταλλεύεται η «δημοκρατία» μας. Μπορείτε -λέει- να ταξιδέψετε, να ερωτευθείτε, να δημιουργήσετε, να μεγαλουργήσετε· και μεις ασμένως αποδεχόμαστε τις προτροπές, αφού ανοίγεται πεδίο ευρύ για την ελευθερία μας, για την ελευθερία θέλησης. Μας διαφεύγει ότι αυτό που ονομάζουν ελευθερία θέλησης είναι κατ' ουσίαν το συναίσθημα ανωτερότητας που νιώθει κανείς απέναντι σ' έναν υποδεέστερο (Νίτσε, Πέρα από το καλό και το κακό).
Ολα αυτά είναι χαρακτηριστικά του φόβου. Εάν δεν εξουσιάσουμε τους ανθρώπους, δεν μπορούμε ν' αποβάλουμε το φόβο του υπάρχειν. (Γιατί η διαδικασία του μετασχηματισμού των βασικών μετάλλων σε χρυσό ονομάστηκε «προβολή»;)
Για να φτάσει στην ελευθερία του ο Ν. Καζαντζάκης έπρεπε να προβάλει στο παρελθόν, ώστε να τα αποβάλει στο παρόν, την ελπίδα και το φόβο. Ο φόβος ισότιμος της ελπίδας, ο φόβος κυρίαρχος του είναι, ο φόβος διάσπαρτος, ο φόβος αφέντης. Τυραννισμένη η σκέψη απ' αυτόν το φόβο επιτέλους τον αποβάλλει· όταν χάνεται πια κάθε ελπίδα να ξεπεραστεί ο άνθρωπος, όσο κι αν καλλιέργησε τον εαυτό του. Διότι η εξουσία μάς επιτρέπει να φθάσουμε έως ενός ορισμένου σημείου· εάν ξεπεράσουμε το φόβο, θα ξεπεράσουμε την ίδια, οπότε; Οπότε θ' αλλάξει ο ρους της σκέψης της ανθρωπότητας, οι άνθρωποι θα 'ναι ειρηνικοί, το άμεσον της δημοκρατίας θα λαμπρύνει τις κοινωνίες, η βία θα απαλειφθεί, η ματαιοδοξία θα αφανιστεί (ωραίο σενάριο για ταινία κινηματογράφου· κινηματογράφος = ο φόβος μπροστά στο θάνατο).
Δυστυχώς η πραγματικότητα είναι άλλη· δυστυχώς αυτός ο κόσμος δεν θ' αλλάξει ποτέ, έως ότου αφανισθεί. Τι μένει; Ν' αναζητήσουμε ανθρώπους αντιεξουσιαστές (όχι ιδεολογικώς αντιεξουσιαστές, όχι αυτούς που σπάνε βιτρίνες θεωρώντας ότι ραπίζουν τον καπιταλισμό, την εξουσία· αυτοί οι ίδιοι είναι έμφοβοι, εξουσιαστές), ανθρώπους που δεν φοβούνται μήπως περάσουν απαρατήρητοι, ανθρώπους που γεύονται την ηδονή των δικών τους στιγμών ελευθερίας, χαράς, ανεξαρτησίας, ανθρώπους που σέβονται τον Πρωταγόρα και τον Δημόκριτο, τον Ντέιβιντ Θόροου και τους αγρότες της υφηλίου, ανθρώπους που καλλιεργούν τον εαυτό τους και δεν τον αφήνουν έρμαιο της εξουσίας, του φόβου.
Αυτό (απο)μένει· τίποτε άλλο. Αλλά ας μην τα βάφουμε όλα μαύρα (αν και είναι από μόνα τους μαύρα τ' ανθρώπινα)· ας αντισταθούμε στο φόβο της εξουσίας, στην εξουσία του φόβου. Μα, δεν υπάρχει ο ήλιος, η θάλασσα, τα βουνά, οι λίμνες, τα ποτάμια, ο έρωτας; Ναι, αλλά όλα τα «απολαμβάνουμε» υπό το κράτος του φόβου· όλα είναι δοσμένα από την εξουσία. Για να μην τρελαθούμε. Διότι η τρέλα είναι κι αυτή ανατρεπτική. Μόνο ο φόβος είναι υποταγή. Μόνο ο φόβος, ο φόβος... Η βία. Η εξουσία.
ΠΗΓΗ: εφημ. Ελευθεροτυπία, ένθετο
του Γιώργου Σταματόπουλου
Φοβούμεθα ό,τι μας εξουσιάζει, άρα ο φόβος είναι η εξουσία. Με τον αυθαίρετο αυτό ορισμό θα μπορούσαμε να αντιπαρέλθουμε όλα τα σχετικά περί τον φόβο. Για να οδηγηθεί όμως κάποιος σ' αυτόν τον ορισμό οφείλει να έχει τρομοκρατηθεί, να έχει δει τρομοκρατημένους ανθρώπους, να έχει τρομοκρατήσει ο ίδιος. Άλλως: να έχει αντικρίσει ή βιώσει όλες τις μορφές του φόβου: από τον αρχέγονο φόβο απέναντι στο ανερμήνευτον και φρικώδες των φυσικών δυνάμεων έως την πολυτέλεια του φόβου απέναντι στο θάνατο.
Είναι πιθανό και λογικοφανές στις απαρχές οι αγέλες ανθρώπων να συνενώθηκαν για να αντιμετωπίσουν σεισμούς, θύελλες, φουρτούνες, πυρκαγιές, πλημμύρες και το φθαρτόν του σώματός των. Δεν φαίνεται όμως να πέρασαν πολλές χιλιετίες αφότου, μετά τη συνένωση και οιονεί αντιμετώπιση του ξεσπάσματος της φύσης, άρχισαν να φοβούνται ο ένας τον άλλον. Πλέον δεν ήσαν αναγκασμένοι να εξευμενίζουν τους θεούς που έπλασαν για ν' αποδιώξουν το φόβο, τον τρόμο, τον πανικό. Η αρχαία κραυγή, το τρέμουλο, το ρίγος, ο πυρετός, το παγωμένο αίμα αντικαταστάθηκαν ή μεταφέρθηκαν στο κοινωνικό γίγνεσθαι, στον ανταγωνισμό.
Στην αρχαία Ελλάδα ήθελαν το Φόβο υιό του θεού του πολέμου και της θεάς της ομορφιάς (ας μη δούμε κάποια παραδοξότητα στην επινόηση του ζευγαριού) και αδελφό του Δείμου (Τρόμου). Τον απεικόνιζαν με μορφή λιονταριού, συνήθως όμως με μορφή γενειοφόρου Πάνα. [Φόβος έκπαγλος βροτείων, (εξ αυτού τάχα να ταυτίζεται με τον πανικό;)]. Οι Σπαρτιάτες είχαν προς τιμήν του(!) ιερό του Φόβου· πώς αλλιώς θα επιβαλλόταν η πειθαρχία τους; Ξόρκιζαν δηλαδή το φόβο τους μετατρέποντάς τον σε θεό. Η ιωνική όμως άνοιξη σμπαράλιασε αγάλματα και θεούς· ο άνθρωπος έπρεπε -πάλι- μόνος του να ερμηνεύσει την ύπαρξή του και την ανθρώπινη κατάσταση-συμβίωση. Και αφού έπαψε να φοβάται τον θεό, άρχισε να φοβάται τον άνθρωπο· αρχικά αυτόν που είχε μεγαλύτερη ρώμη, εν συνεχεία αυτόν που είχε περισσότερη εξουσία.
Οι Αθηναίοι στο άκουσμα και μόνο της λέξης Πέρσες ετρομοκρατούντο, κιτρίνιζαν από το φόβο τους. Αναγκάστηκαν λοιπόν να τους νικήσουν, ναι, αναγκάστηκαν, για να εκδιώξουν τον τρόμο τους. Κι έτσι, γεννήθηκε η δημοκρατία!... Απέβαλαν το φόβο τους ακριβώς γιατί απέβαλαν την εξουσία των Περσών. Χωρίς άγχος πλέον συνυπήρχαν ειρηνικά· ειρηνικά, χμ.... Δικαιολογούν όμως τις αυθαιρεσίες τινών συγχρόνων ότι ο φόβος αναπλάθει το εγώ του άγχους, ότι, ως βιολογική αντίδραση, είναι μια άμυνα του οργανισμού. Λες και μπόρεσαν ποτέ να ενυλώσουν το πλαγκτόν των συναισθημάτων, να ανακαλύψουν τη δομή αυτού του πλαγκτού, να βρουν τα κύτταρά του.
Το γεγονός ότι ο πνευματικός κόσμος έχει ακολουθήσει αρχήθεν σκολιό δρόμο πιθανώς να οφείλεται στο φόβο, στην καχυποψία· [ποτέ δεν ξεπεράσαμε την (αναπόφευκτη) εξουσία του πατέρα· και της μητέρας ακόμη]. Δεν νομίζω ότι έχουν δίκιο όσοι ισχυρίζονται ότι ο φόβος είναι η πιο αρχαία μνήμη· η πιο αρχαία μνήμη είναι το γαλήνιο συναίσθημα από την κολύμβηση στα μητρικά νάματα, από το θαυμάσιο αυτό εννεάμηνο ταξίδι αναμονής(!), το ταξίδι που καθορίζει σχεδόν καθόλον το μετέπειτα ισχνό βίο μας.
Δεν υπάρχει φόβος στη μήτρα της μάνας· μόνο χαρά. Ο φόβος εμφανίζεται όταν αρχίζουν να λειτουργούν οι νοητικές (εξουσιαστικές) διαδικασίες.
Φοβούμεθα το απρόσωπον των νόμων. Ποιοι έφτιαξαν αυτούς τους νόμους; Το βέβαιον είναι ότι ψηφίστηκαν, ορίστηκαν και καθορίστηκαν από τα συμφέροντα των ισχυρών, των εξουσιαστών: Αρχικά ελέω θεού και στη συνέχεια βασιλέως, τυράννου, αυτοκράτορα, φεουδαλιστή, δικτάτορος, φασίστα, αλλά και δημοκρατίας. Οσο πιο πολύ φοβάται κάποιος σήμερα (για τη δουλειά του, για το σύντροφό του, για τα παιδιά του, για το μέλλον, για το θάνατο) τόσο λιγότερο αντιεξουσιαστής είναι· τόσο μεγεθύνει την αλαζονεία αλλά και την αίγλη των εξουσιαζόντων· τόσο πιο πολύ υπηρετεί ένα διεφθαρμένο σύστημα. Ουδέποτε θ' αλλάξει αυτή η ροή, ειδικώς όταν υπάρχουν δήθεν διανοούμενοι που επιτίθενται λεκτικώς στο σύστημα και ουσιαστικώς είναι φερέφωνα και τελάληδές του· υποχείριά του.
Οι τύραννοι όσο και οι σημερινοί πρόεδροι Δημοκρατιών, αλλά κυρίως οι «διανοούμενοι» γνωρίζουν καλά το φόβο των ανθρώπων· σ' αυτόν βασίζονται για να κυριαρχούν. Μα, δεν είναι και οι ίδιοι άνθρωποι; Δεν ένιωσαν αυτοί ποτέ τους φόβο; Ναι· απλώς κατενίκησαν το φόβο επιβάλλοντάς τον στους άλλους. Περαιτέρω, αυτοί είναι που φοβούνται περισσότερο μη τυχόν χάσουν την εξουσία τους, και μετά; Μετά τι;
Ο μέγιστος φόβος είναι, θαρρώ, αυτός μπροστά στην απόφαση: Με την εξουσία ή απέναντί της; Αλλά η απάντηση είναι γνωστή εδώ και χιλιετίες. Οι πολλοί, όχι αναγκαστικά η πλέμπα, τάσσονται με την εξουσία, υποκύπτουν στα μαγνάδια της, στην επίδειξη δύναμης. Γνωρίζεσαι με πολιτικούς, με επιχειρηματίες, με δημοσιογράφους; Μη φοβάσαι τίποτε. Ολα θα πάνε δεξιά στη ζωή σου! Αλλά και μετά την απόφαση ο φόβος δεν σταματάει για όσους προσκύνησαν την εξουσία· απλώς διασπάται σε μικροφοβίες, μη χαθεί τίποτε απ' αυτά που κέρδισαν με την απόφασή τους. Καταντάνε ανθρωπάκια, μίζεροι, καχύποπτοι, ανέραστοι, εξυπνακιστές, εαυτούληδες, οστεολείχοντες, εγκληματίες, δειλοί, πολεμοχαρείς, ειρηνόφιλοι κ.ο.κ.
Δεν υπάρχει πιο θλιβερό θέαμα από ένα φοβισμένο άνθρωπο. Ρίξτε μια ματιά γύρω σας· παντού φοβισμένα ανθρωπάκια που το μόνο που περιμένουν είναι η στιγμή καθ' ην θα επιδείξουν την εξουσία τους! Γι' αυτές τις στιγμές ζουν· όλο το άλλο χρονικό διάνυσμα είναι κατειλημμένοι από τον τρόμο μήπως δεν τους δοθεί η ευκαιρία γι' αυτήν την επίδειξη.
Δεν ξεριζώνεται, δυστυχώς, ο φόβος. Οσο παραμένουμε δέσμιοι του νηδύμου μας, όσο υποκλινόμαστε στην εξουσία τόσο θα εντείνεται η ενοχή της μάνας για τα δυνάμει έμφοβα «τσογλάνια» που γεννάει, η οποία όμως ενοχή σβήνει άμεσα όταν αγγέλλεται η ύπαρξη ως το πιο ιερό «επίτευγμα» του ανθρώπου. Ιερό-ανίερο, αλλά...
Φόβος σημαίνει υγεία, διατείνονται ένιοι ψυχολόγοι, συνυφαίνοντάς τον με τον αρχέγονο τρόμο, με τον ύπνο και το θάνατο. Γιατί διαγράφουν έτσι διά μιας τον homo ludens; Γιατί υποτιμάνε το παιγνίδι ζώων και ανθρώπων και προτάσσουν μόνο το φόβο; Διότι το παιχνίδι είναι αντίσταση στην εξουσία, το παιγνίδι αδιαφορεί για το φόβο, προσδίδοντας ανεξαρτησία σε όσους συμμετέχουν. Γι' αυτό και όλα τα παιχνίδια σήμερα ελέγχονται από την εξουσία. Για να θρυμματισθεί το παίζειν και να αντικατασταθεί από το ιδιοτελώς παίζειν· το τέλος ήγουν να επικρατήσει της χαράς και να επανακάμψει ο φόβος: ο φόβος της ήττας και τα δυσάρεστα συμπαρομαρτούντα για τον ηττημένο.
Δεν νομίζω ότι μας φοβίζουν οι διαφορετικοί άνθρωποι ώστε να τους μετατρέπουμε σε αποπομπαίους τράγους· δεν είναι ο φόβος απέναντι στους αιρετικούς που μας μετατρέπει σε τρομαγμένα ζώα, σε ζώα που δεν επιθυμούν να χάσουν τα κεκτημένα· είναι η εξουσία αυτή που κινεί την ηλιθιότητά μας να δολοφονούμε ώστε να μη διαρραγεί η κοινωνική συνοχή· η εξουσία της οικογένειας, της ομάδας, του συνόλου. Αυτή εγχαράσσει στα μέλη της την ιδεολογία του φόβου, αυτή οικοδομεί τα στερεότυπα του φόβου.
Ολα δείχνουν ότι ο φόβος είναι κοινωνικό φαινόμενο και όχι βιολογικό. Ο φόβος ο κοινωνικός είναι διαρκής. Ο αρχέγονος φόβος, τον οποίο επικαλούνται οι εν διατεταγμένη υπηρεσία σοφοί, είναι στιγμιαίος· «κόβει» τα γόνατα και παγώνει το αίμα, γρήγορα όμως αποβάλλεται, διότι: μετά την καταιγίδα ακολουθεί ηλιοφάνεια, μετά το σεισμό ηρεμία, μετά τον κατακλυσμό γαλήνη. Το παιγνίδι της ζωής κατισχύει του φόβου απέναντι στη φύση ή τον εγκληματία.
Ναι· ο στιγμιαίος φόβος, ως αντίδραση του οργανισμού, είναι υγεία. Ελευθερώνει τα πανικοβληθέντα κύτταρα, προβάλλει τα αντισώματά του, ακόμη και του πλέον απαισιόδοξου ανθρώπου. Ο φόβος όμως που διαχέει η εξουσία είναι συνεχής κι εξαντλητικός (έτσι είναι κάθε τι το επίπλαστον). Συρρικνώνει τα συναισθήματα αλληλεγγύης, τη συμπάθεια, το ενδιαφέρον για το γείτονα και τη δημοκρατία. Γιατί πάσχει η δημοκρατία; Διότι οι πολίτες είναι πλημμυρισμένοι από φόβο, από εξουσία· το DNA των ανθρώπων φαίνεται να μεταλλάσσεται· φρίκη.
Μην αναζητήσετε σελίδες που πιθανώς να απαλύνουν το φόβο, να τον εκδιώκουν· δεν υπάρχουν τέτοιες σελίδες, καλύτερα: δεν υπάρχουν άνθρωποι να γράψουν τέτοιες σελίδες. Οι μεγάλοι συγγραφείς έγιναν μεγάλοι στην προσπάθειά τους να καταπνίξουν τους μικροφόβους τους: το φόβο της μοναξιάς, το φόβο της απόρριψης, το φόβο της μη καταξίωσης, το φόβο της χλεύης, το φόβο της αποτυχίας, τον φόβο, γενικώς, έλλειψης ικανοτήτων. Ακόμη και ο αστείος φόβος μπροστά στο θάνατο ωχριά απέναντι στο φόβο τού να περάσεις απαρατήρητος σ' αυτή τη ζωή. Ας προσθέσουμε όλους αυτούς τους φόβους· τι άθροισμα προσφέρουν; Μα, την εξουσία την ίδια· δεν είναι οφθαλμοφανές και νοοθύμως εύληπτον;
Αλλά ο καθείς αγκιστρώνεται πίσω από το δικό του φόβο και κρίνει ζώντες και τεθνεώτες βάσει των αρχών αυτού του (κατα)δικού του φόβου. Δεν είναι ιλαρόν το φαινόμενον; Μετατρέπουμε το φόβο μας σε ασπίδα και έλεος μαζί· οικτίρουμε εαυτούς για να ζητιανέψουμε λίγη προσοχή από τους δίπλα κινούμενους.
Οσο ο άνθρωπος θα σπαράσσεται από το μέγα φόβο, ήγουν την εξουσία, τόσο το μυστήριο του Σύμπαντος θα έχει ένοχη συνείδηση (και ας μη λύσουμε ποτέ αυτό το μυστήριο...). Δύσκολο να γράφεις για το φόβο-εξουσία. Διότι κάθε στιγμή παραμονεύει να σε κομματιάσει εάν θίξεις το μυστικό της, την ουσία της. Φοβόπληκτοι - φοβολάγνοι = εξουσιόπληκτοι - εξουσιολάγνοι. Δεν είναι τραγικό; Οχι, σε σύγκριση με την αμέσως επόμενη εξίσωση (sic): φοβόνοες - φοβόθυμοι - εξουσιόνοες - εξουσιόθυμοι (εάν θέλουν να παρέμβουν οι γλωσσολόγοι, καλώς· άλλως, ας συνεχίσουν να καθεύδουν τυλιγμένοι στην τύρβη των μικροφόβων τους - μικροεξουσιών τους).
Καλά· ούτε πονάει η αλήθεια, μήτε τεθλασμένη είναι· μας θυμίζει απλώς τις ενοχές μας, τους φόβους μας· αναδεικνύει το ολίγιστον της γενναιότητάς μας στο ξύπνημα της κάθε μέρας.
Κρίμα. Αλλά ο φόβος είναι κρίμα, όπως και ο χρόνος. Άρα; Ας μην προσδοκάμε συμπεράσματα. Δεν υπάρχουν. Σκολιός είναι ο δρόμος της ανθρωπότητας αρχήθεν. Αλλά πώς αλλιώς μπορούσε να εγχαράξει την πορεία του; Αυτόν το δρόμο προτίμησε, αυτά τα ίχνη άφησε. Πάνω σ' αυτά βαδίζουμε εμείς ημίτυφλοι, σχεδόν τυφλοί. Αφού διαχωρίσαμε το νου από το σώμα, αφού τρομάξαμε από το αιώνιο γίγνεσθαι του Ηράκλειτου, αφού τοποθετήσαμε (καθορίσαμε) όρια μεταξύ ύλης και πνεύματος, πώς να ερμηνεύσουμε τα φαντάσματα της επιστήμης και της θρησκείας; Είμαστε ακόμη υπνωτισμένοι από το cogito, ergo sum του Καρτέσιου· έμφοβοι και ανίκανοι να δούμε την ταυτότητά μας ως αρμονική συνύπαρξη νου-σώματος. Ντρεπόμαστε για τα ένστικτά μας ή τα φοβόμαστε;
Ο,τι και να 'ναι, καταντήσαμε αιχμάλωτοι της απογοήτευσης. Αλλά έτσι συνέβη, και τώρα πασχίζουμε να ανασυνθέσουμε τα κομμάτια της αρχαίας μνήμης και του τεμαχισμένου εαυτού μας. Ο φόβος-εξουσία εξαφάνισε τους Προσωκρατικούς φιλοσόφους (κήρυκες της ενότητας των πάντων), τους Σοφιστές, τους Επικούρειους, τους ηδονιστές του Αρίστιππου και όλους όσοι έβαζαν φωτιά στα θεμέλια του φόβου. Αναδείχτηκαν έτσι ο Αριστοτέλης και ο Πλάτων, εκφραστές της υλικής επιστήμης και της μεταφυσικής, τελάληδες του δυϊσμού του δυτικού πνεύματος. Εκτοτε ο φόβος εδραιώθηκε, απλώθηκε, κυριάρχησε.
Φτάσαμε σήμερα στο σημείο να ζητούμε θεραπεία από «ειδικούς» του φόβου, επιστήμονες δηλαδή που προσεγγίζουν, αναλύουν, ερμηνεύουν το φόβο! Εάν είναι δυνατόν! Απίστευτοι διανοητές-ρήτορες του ευρωπαϊκού προσανατολισμού αδολεσχούν περί ξενοφοβίας και πώς μπορούμε να την απαλείψουμε, αγνοώντας προκλητικά την ταύτιση φόβου-εξουσίας. Άλλο φοβίες, άλλο φόβος. Οι φοβίες είναι κομμάτια του φόβου, αφειδώς διεσπασμένα στις κοινωνίες· η προσπάθεια να τις αποτινάξουμε δεν είναι παρά το άλλοθι του φόβου, η ευφυής και εύφημος διαιώνισή του. «Διώξτε τους φόβους σας -λένε οι ρήτορες- και θα μπορέσετε να συνυπάρξετε». Ουδείς τολμάει να πει «διώξτε την εξουσία (σας)» διότι άπαντες τρέφονται εξ αυτής.
Δεν υπάρχει -ευτυχώς- ορισμός του φόβου· ποιες λέξεις θα αποδώσουν την άναρχη διαταραχή του πλαγκτού, ποια γράμματα θα συνθέσουν ανάγλυφα το απρόσωπον της εξουσίας; Οι επιστήμονες, δέσμιοι της μονομέρειας και της εξειδίκευσης, απλώς προσπαθούν με τους ορισμούς τους να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους (τι φόβος κι αυτός, να προσπαθείς λυσσαλέα να χτίσεις έναν ορισμό, ώστε ν' αποβάλεις το υπαρξιακό σου κενό).
Μπορεί να μην υπάρχει ορισμός του φόβου, αυτός όμως μας ορίζει· καθορίζει τη στάση μας απέναντι στο συνάνθρωπο και στις στιγμές που παρελαύνουν, λυπημένες γιατί δεν τους δίνουμε σημασία, γιατί δεν ερωτευόμαστε με αυτές αλλά με κάποιο (επιπλωμένο) μέλλον τους.
Ενιοι διανοητές πιστεύουν ότι η διαλεκτική μεταξύ του κακού και του καλού δεν έχει βάση πραγματική, αλλά είναι προϊόν του φόβου του ανθρώπου. Η βούληση του Νίτσε για υπέρβαση αυτής της πεπλανημένης διαλεκτικής εκφράζει τη ζωτική ανάγκη να ελευθερωθεί ο άνθρωπος από μια αρχέγονη πλάνη και από την παγίδα στην οποία είχε πιαστεί εκ γενετής. Ποιος ακούει σήμερα; Ποιος άκουσε έστω; Ποιος θα ακούσει; Αφού κάναμε τη σκέψη μας κλίνη του Προκρούστη, αφού διαχωρίσαμε την ύλη από το πνεύμα, την πολιτική από την ηθική, το παιγνίδι από τη χαρά, δεν μας απομένει τίποτε άλλο παρά η γελοιοποίησή μας μέσω του θεάτρου της ζωής, έστωρ του οποίου είναι ο φόβος. Και σκηνοθέτης, προσθέτουμε για να ολοκληρωθεί το όλον του θεατρικού. Πώς, διάβολε, γίνεται ο φόβος, η εξουσία να διαφεντεύει τις ζωές μας, τις πίκρες μας, τις χαρές μας; Να σκηνοθετούν την πορεία μας ως απλών θεατών και υποτονικών πρωταγωνιστών ταυτοχρόνως; Ρητορικό, σαφώς, το ερώτημα, διότι η απάντηση έχει ήδη δοθεί. Αλλά μ' ένα «γιατί» πεθαίνουμε άπαντες· όσοι πάνε ήσυχοι στο μνήμα απλώς έχουν κουραστεί να φοβούνται ή να σκέφτονται, παραιτημένοι, αδύναμοι.
Θα ήταν ευχής έργο εάν ο φόβος μπορούσε να παιδαγωγήσει τον άνθρωπο και να του προσφέρει αποκαλύψεις (ο Κίρκεγκορ πίστευε ότι η αγωνία είναι μια τέτοια ιδιότητα)· ο άνθρωπος όμως της τεχνολογίας φρικιά όταν αίφνης συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί μήτε να χαρεί μήτε να εκραγεί. Τούτο διότι η χαρά και η έκρηξη (συναισθηματική, υπαρξιακή) ενοχλούν την εξουσία· αφού λοιπόν από μόνοι μας δεν καταφέρνουμε ν' αντισταθούμε, επιδιδόμεθα σε προγραμματισμένα ταξίδια και μεθύσια, εντελώς ανώδυνα για την ακεραιότητα και βασιλεία του φόβου. Και αυτό το εκμεταλλεύεται η «δημοκρατία» μας. Μπορείτε -λέει- να ταξιδέψετε, να ερωτευθείτε, να δημιουργήσετε, να μεγαλουργήσετε· και μεις ασμένως αποδεχόμαστε τις προτροπές, αφού ανοίγεται πεδίο ευρύ για την ελευθερία μας, για την ελευθερία θέλησης. Μας διαφεύγει ότι αυτό που ονομάζουν ελευθερία θέλησης είναι κατ' ουσίαν το συναίσθημα ανωτερότητας που νιώθει κανείς απέναντι σ' έναν υποδεέστερο (Νίτσε, Πέρα από το καλό και το κακό).
Ολα αυτά είναι χαρακτηριστικά του φόβου. Εάν δεν εξουσιάσουμε τους ανθρώπους, δεν μπορούμε ν' αποβάλουμε το φόβο του υπάρχειν. (Γιατί η διαδικασία του μετασχηματισμού των βασικών μετάλλων σε χρυσό ονομάστηκε «προβολή»;)
Για να φτάσει στην ελευθερία του ο Ν. Καζαντζάκης έπρεπε να προβάλει στο παρελθόν, ώστε να τα αποβάλει στο παρόν, την ελπίδα και το φόβο. Ο φόβος ισότιμος της ελπίδας, ο φόβος κυρίαρχος του είναι, ο φόβος διάσπαρτος, ο φόβος αφέντης. Τυραννισμένη η σκέψη απ' αυτόν το φόβο επιτέλους τον αποβάλλει· όταν χάνεται πια κάθε ελπίδα να ξεπεραστεί ο άνθρωπος, όσο κι αν καλλιέργησε τον εαυτό του. Διότι η εξουσία μάς επιτρέπει να φθάσουμε έως ενός ορισμένου σημείου· εάν ξεπεράσουμε το φόβο, θα ξεπεράσουμε την ίδια, οπότε; Οπότε θ' αλλάξει ο ρους της σκέψης της ανθρωπότητας, οι άνθρωποι θα 'ναι ειρηνικοί, το άμεσον της δημοκρατίας θα λαμπρύνει τις κοινωνίες, η βία θα απαλειφθεί, η ματαιοδοξία θα αφανιστεί (ωραίο σενάριο για ταινία κινηματογράφου· κινηματογράφος = ο φόβος μπροστά στο θάνατο).
Δυστυχώς η πραγματικότητα είναι άλλη· δυστυχώς αυτός ο κόσμος δεν θ' αλλάξει ποτέ, έως ότου αφανισθεί. Τι μένει; Ν' αναζητήσουμε ανθρώπους αντιεξουσιαστές (όχι ιδεολογικώς αντιεξουσιαστές, όχι αυτούς που σπάνε βιτρίνες θεωρώντας ότι ραπίζουν τον καπιταλισμό, την εξουσία· αυτοί οι ίδιοι είναι έμφοβοι, εξουσιαστές), ανθρώπους που δεν φοβούνται μήπως περάσουν απαρατήρητοι, ανθρώπους που γεύονται την ηδονή των δικών τους στιγμών ελευθερίας, χαράς, ανεξαρτησίας, ανθρώπους που σέβονται τον Πρωταγόρα και τον Δημόκριτο, τον Ντέιβιντ Θόροου και τους αγρότες της υφηλίου, ανθρώπους που καλλιεργούν τον εαυτό τους και δεν τον αφήνουν έρμαιο της εξουσίας, του φόβου.
Αυτό (απο)μένει· τίποτε άλλο. Αλλά ας μην τα βάφουμε όλα μαύρα (αν και είναι από μόνα τους μαύρα τ' ανθρώπινα)· ας αντισταθούμε στο φόβο της εξουσίας, στην εξουσία του φόβου. Μα, δεν υπάρχει ο ήλιος, η θάλασσα, τα βουνά, οι λίμνες, τα ποτάμια, ο έρωτας; Ναι, αλλά όλα τα «απολαμβάνουμε» υπό το κράτος του φόβου· όλα είναι δοσμένα από την εξουσία. Για να μην τρελαθούμε. Διότι η τρέλα είναι κι αυτή ανατρεπτική. Μόνο ο φόβος είναι υποταγή. Μόνο ο φόβος, ο φόβος... Η βία. Η εξουσία.
ΠΗΓΗ: εφημ. Ελευθεροτυπία, ένθετο
Μέτα τα επεισόδια που έλαβαν χώρα στο ΟΑΚΑ και λίγες μέρες πριν την παρέλαση της 25ης Μαρτίου, νομίζω το παρακάτω άρθρο της "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΊΑΣ", είναι και πάλι επίκαιρο...
του Γιώργου Σταματόπουλου
Φοβούμεθα ό,τι μας εξουσιάζει, άρα ο φόβος είναι η εξουσία. Με τον αυθαίρετο αυτό ορισμό θα μπορούσαμε να αντιπαρέλθουμε όλα τα σχετικά περί τον φόβο. Για να οδηγηθεί όμως κάποιος σ' αυτόν τον ορισμό οφείλει να έχει τρομοκρατηθεί, να έχει δει τρομοκρατημένους ανθρώπους, να έχει τρομοκρατήσει ο ίδιος. Άλλως: να έχει αντικρίσει ή βιώσει όλες τις μορφές του φόβου: από τον αρχέγονο φόβο απέναντι στο ανερμήνευτον και φρικώδες των φυσικών δυνάμεων έως την πολυτέλεια του φόβου απέναντι στο θάνατο.
Είναι πιθανό και λογικοφανές στις απαρχές οι αγέλες ανθρώπων να συνενώθηκαν για να αντιμετωπίσουν σεισμούς, θύελλες, φουρτούνες, πυρκαγιές, πλημμύρες και το φθαρτόν του σώματός των. Δεν φαίνεται όμως να πέρασαν πολλές χιλιετίες αφότου, μετά τη συνένωση και οιονεί αντιμετώπιση του ξεσπάσματος της φύσης, άρχισαν να φοβούνται ο ένας τον άλλον. Πλέον δεν ήσαν αναγκασμένοι να εξευμενίζουν τους θεούς που έπλασαν για ν' αποδιώξουν το φόβο, τον τρόμο, τον πανικό. Η αρχαία κραυγή, το τρέμουλο, το ρίγος, ο πυρετός, το παγωμένο αίμα αντικαταστάθηκαν ή μεταφέρθηκαν στο κοινωνικό γίγνεσθαι, στον ανταγωνισμό.
Στην αρχαία Ελλάδα ήθελαν το Φόβο υιό του θεού του πολέμου και της θεάς της ομορφιάς (ας μη δούμε κάποια παραδοξότητα στην επινόηση του ζευγαριού) και αδελφό του Δείμου (Τρόμου). Τον απεικόνιζαν με μορφή λιονταριού, συνήθως όμως με μορφή γενειοφόρου Πάνα. [Φόβος έκπαγλος βροτείων, (εξ αυτού τάχα να ταυτίζεται με τον πανικό;)]. Οι Σπαρτιάτες είχαν προς τιμήν του(!) ιερό του Φόβου· πώς αλλιώς θα επιβαλλόταν η πειθαρχία τους; Ξόρκιζαν δηλαδή το φόβο τους μετατρέποντάς τον σε θεό. Η ιωνική όμως άνοιξη σμπαράλιασε αγάλματα και θεούς· ο άνθρωπος έπρεπε -πάλι- μόνος του να ερμηνεύσει την ύπαρξή του και την ανθρώπινη κατάσταση-συμβίωση. Και αφού έπαψε να φοβάται τον θεό, άρχισε να φοβάται τον άνθρωπο· αρχικά αυτόν που είχε μεγαλύτερη ρώμη, εν συνεχεία αυτόν που είχε περισσότερη εξουσία.
Οι Αθηναίοι στο άκουσμα και μόνο της λέξης Πέρσες ετρομοκρατούντο, κιτρίνιζαν από το φόβο τους. Αναγκάστηκαν λοιπόν να τους νικήσουν, ναι, αναγκάστηκαν, για να εκδιώξουν τον τρόμο τους. Κι έτσι, γεννήθηκε η δημοκρατία!... Απέβαλαν το φόβο τους ακριβώς γιατί απέβαλαν την εξουσία των Περσών. Χωρίς άγχος πλέον συνυπήρχαν ειρηνικά· ειρηνικά, χμ.... Δικαιολογούν όμως τις αυθαιρεσίες τινών συγχρόνων ότι ο φόβος αναπλάθει το εγώ του άγχους, ότι, ως βιολογική αντίδραση, είναι μια άμυνα του οργανισμού. Λες και μπόρεσαν ποτέ να ενυλώσουν το πλαγκτόν των συναισθημάτων, να ανακαλύψουν τη δομή αυτού του πλαγκτού, να βρουν τα κύτταρά του.
Το γεγονός ότι ο πνευματικός κόσμος έχει ακολουθήσει αρχήθεν σκολιό δρόμο πιθανώς να οφείλεται στο φόβο, στην καχυποψία· [ποτέ δεν ξεπεράσαμε την (αναπόφευκτη) εξουσία του πατέρα· και της μητέρας ακόμη]. Δεν νομίζω ότι έχουν δίκιο όσοι ισχυρίζονται ότι ο φόβος είναι η πιο αρχαία μνήμη· η πιο αρχαία μνήμη είναι το γαλήνιο συναίσθημα από την κολύμβηση στα μητρικά νάματα, από το θαυμάσιο αυτό εννεάμηνο ταξίδι αναμονής(!), το ταξίδι που καθορίζει σχεδόν καθόλον το μετέπειτα ισχνό βίο μας.
Δεν υπάρχει φόβος στη μήτρα της μάνας· μόνο χαρά. Ο φόβος εμφανίζεται όταν αρχίζουν να λειτουργούν οι νοητικές (εξουσιαστικές) διαδικασίες.
Φοβούμεθα το απρόσωπον των νόμων. Ποιοι έφτιαξαν αυτούς τους νόμους; Το βέβαιον είναι ότι ψηφίστηκαν, ορίστηκαν και καθορίστηκαν από τα συμφέροντα των ισχυρών, των εξουσιαστών: Αρχικά ελέω θεού και στη συνέχεια βασιλέως, τυράννου, αυτοκράτορα, φεουδαλιστή, δικτάτορος, φασίστα, αλλά και δημοκρατίας. Οσο πιο πολύ φοβάται κάποιος σήμερα (για τη δουλειά του, για το σύντροφό του, για τα παιδιά του, για το μέλλον, για το θάνατο) τόσο λιγότερο αντιεξουσιαστής είναι· τόσο μεγεθύνει την αλαζονεία αλλά και την αίγλη των εξουσιαζόντων· τόσο πιο πολύ υπηρετεί ένα διεφθαρμένο σύστημα. Ουδέποτε θ' αλλάξει αυτή η ροή, ειδικώς όταν υπάρχουν δήθεν διανοούμενοι που επιτίθενται λεκτικώς στο σύστημα και ουσιαστικώς είναι φερέφωνα και τελάληδές του· υποχείριά του.
Οι τύραννοι όσο και οι σημερινοί πρόεδροι Δημοκρατιών, αλλά κυρίως οι «διανοούμενοι» γνωρίζουν καλά το φόβο των ανθρώπων· σ' αυτόν βασίζονται για να κυριαρχούν. Μα, δεν είναι και οι ίδιοι άνθρωποι; Δεν ένιωσαν αυτοί ποτέ τους φόβο; Ναι· απλώς κατενίκησαν το φόβο επιβάλλοντάς τον στους άλλους. Περαιτέρω, αυτοί είναι που φοβούνται περισσότερο μη τυχόν χάσουν την εξουσία τους, και μετά; Μετά τι;
Ο μέγιστος φόβος είναι, θαρρώ, αυτός μπροστά στην απόφαση: Με την εξουσία ή απέναντί της; Αλλά η απάντηση είναι γνωστή εδώ και χιλιετίες. Οι πολλοί, όχι αναγκαστικά η πλέμπα, τάσσονται με την εξουσία, υποκύπτουν στα μαγνάδια της, στην επίδειξη δύναμης. Γνωρίζεσαι με πολιτικούς, με επιχειρηματίες, με δημοσιογράφους; Μη φοβάσαι τίποτε. Ολα θα πάνε δεξιά στη ζωή σου! Αλλά και μετά την απόφαση ο φόβος δεν σταματάει για όσους προσκύνησαν την εξουσία· απλώς διασπάται σε μικροφοβίες, μη χαθεί τίποτε απ' αυτά που κέρδισαν με την απόφασή τους. Καταντάνε ανθρωπάκια, μίζεροι, καχύποπτοι, ανέραστοι, εξυπνακιστές, εαυτούληδες, οστεολείχοντες, εγκληματίες, δειλοί, πολεμοχαρείς, ειρηνόφιλοι κ.ο.κ.
Δεν υπάρχει πιο θλιβερό θέαμα από ένα φοβισμένο άνθρωπο. Ρίξτε μια ματιά γύρω σας· παντού φοβισμένα ανθρωπάκια που το μόνο που περιμένουν είναι η στιγμή καθ' ην θα επιδείξουν την εξουσία τους! Γι' αυτές τις στιγμές ζουν· όλο το άλλο χρονικό διάνυσμα είναι κατειλημμένοι από τον τρόμο μήπως δεν τους δοθεί η ευκαιρία γι' αυτήν την επίδειξη.
Δεν ξεριζώνεται, δυστυχώς, ο φόβος. Οσο παραμένουμε δέσμιοι του νηδύμου μας, όσο υποκλινόμαστε στην εξουσία τόσο θα εντείνεται η ενοχή της μάνας για τα δυνάμει έμφοβα «τσογλάνια» που γεννάει, η οποία όμως ενοχή σβήνει άμεσα όταν αγγέλλεται η ύπαρξη ως το πιο ιερό «επίτευγμα» του ανθρώπου. Ιερό-ανίερο, αλλά...
Φόβος σημαίνει υγεία, διατείνονται ένιοι ψυχολόγοι, συνυφαίνοντάς τον με τον αρχέγονο τρόμο, με τον ύπνο και το θάνατο. Γιατί διαγράφουν έτσι διά μιας τον homo ludens; Γιατί υποτιμάνε το παιγνίδι ζώων και ανθρώπων και προτάσσουν μόνο το φόβο; Διότι το παιχνίδι είναι αντίσταση στην εξουσία, το παιγνίδι αδιαφορεί για το φόβο, προσδίδοντας ανεξαρτησία σε όσους συμμετέχουν. Γι' αυτό και όλα τα παιχνίδια σήμερα ελέγχονται από την εξουσία. Για να θρυμματισθεί το παίζειν και να αντικατασταθεί από το ιδιοτελώς παίζειν· το τέλος ήγουν να επικρατήσει της χαράς και να επανακάμψει ο φόβος: ο φόβος της ήττας και τα δυσάρεστα συμπαρομαρτούντα για τον ηττημένο.
Δεν νομίζω ότι μας φοβίζουν οι διαφορετικοί άνθρωποι ώστε να τους μετατρέπουμε σε αποπομπαίους τράγους· δεν είναι ο φόβος απέναντι στους αιρετικούς που μας μετατρέπει σε τρομαγμένα ζώα, σε ζώα που δεν επιθυμούν να χάσουν τα κεκτημένα· είναι η εξουσία αυτή που κινεί την ηλιθιότητά μας να δολοφονούμε ώστε να μη διαρραγεί η κοινωνική συνοχή· η εξουσία της οικογένειας, της ομάδας, του συνόλου. Αυτή εγχαράσσει στα μέλη της την ιδεολογία του φόβου, αυτή οικοδομεί τα στερεότυπα του φόβου.
Ολα δείχνουν ότι ο φόβος είναι κοινωνικό φαινόμενο και όχι βιολογικό. Ο φόβος ο κοινωνικός είναι διαρκής. Ο αρχέγονος φόβος, τον οποίο επικαλούνται οι εν διατεταγμένη υπηρεσία σοφοί, είναι στιγμιαίος· «κόβει» τα γόνατα και παγώνει το αίμα, γρήγορα όμως αποβάλλεται, διότι: μετά την καταιγίδα ακολουθεί ηλιοφάνεια, μετά το σεισμό ηρεμία, μετά τον κατακλυσμό γαλήνη. Το παιγνίδι της ζωής κατισχύει του φόβου απέναντι στη φύση ή τον εγκληματία.
Ναι· ο στιγμιαίος φόβος, ως αντίδραση του οργανισμού, είναι υγεία. Ελευθερώνει τα πανικοβληθέντα κύτταρα, προβάλλει τα αντισώματά του, ακόμη και του πλέον απαισιόδοξου ανθρώπου. Ο φόβος όμως που διαχέει η εξουσία είναι συνεχής κι εξαντλητικός (έτσι είναι κάθε τι το επίπλαστον). Συρρικνώνει τα συναισθήματα αλληλεγγύης, τη συμπάθεια, το ενδιαφέρον για το γείτονα και τη δημοκρατία. Γιατί πάσχει η δημοκρατία; Διότι οι πολίτες είναι πλημμυρισμένοι από φόβο, από εξουσία· το DNA των ανθρώπων φαίνεται να μεταλλάσσεται· φρίκη.
Μην αναζητήσετε σελίδες που πιθανώς να απαλύνουν το φόβο, να τον εκδιώκουν· δεν υπάρχουν τέτοιες σελίδες, καλύτερα: δεν υπάρχουν άνθρωποι να γράψουν τέτοιες σελίδες. Οι μεγάλοι συγγραφείς έγιναν μεγάλοι στην προσπάθειά τους να καταπνίξουν τους μικροφόβους τους: το φόβο της μοναξιάς, το φόβο της απόρριψης, το φόβο της μη καταξίωσης, το φόβο της χλεύης, το φόβο της αποτυχίας, τον φόβο, γενικώς, έλλειψης ικανοτήτων. Ακόμη και ο αστείος φόβος μπροστά στο θάνατο ωχριά απέναντι στο φόβο τού να περάσεις απαρατήρητος σ' αυτή τη ζωή. Ας προσθέσουμε όλους αυτούς τους φόβους· τι άθροισμα προσφέρουν; Μα, την εξουσία την ίδια· δεν είναι οφθαλμοφανές και νοοθύμως εύληπτον;
Αλλά ο καθείς αγκιστρώνεται πίσω από το δικό του φόβο και κρίνει ζώντες και τεθνεώτες βάσει των αρχών αυτού του (κατα)δικού του φόβου. Δεν είναι ιλαρόν το φαινόμενον; Μετατρέπουμε το φόβο μας σε ασπίδα και έλεος μαζί· οικτίρουμε εαυτούς για να ζητιανέψουμε λίγη προσοχή από τους δίπλα κινούμενους.
Οσο ο άνθρωπος θα σπαράσσεται από το μέγα φόβο, ήγουν την εξουσία, τόσο το μυστήριο του Σύμπαντος θα έχει ένοχη συνείδηση (και ας μη λύσουμε ποτέ αυτό το μυστήριο...). Δύσκολο να γράφεις για το φόβο-εξουσία. Διότι κάθε στιγμή παραμονεύει να σε κομματιάσει εάν θίξεις το μυστικό της, την ουσία της. Φοβόπληκτοι - φοβολάγνοι = εξουσιόπληκτοι - εξουσιολάγνοι. Δεν είναι τραγικό; Οχι, σε σύγκριση με την αμέσως επόμενη εξίσωση (sic): φοβόνοες - φοβόθυμοι - εξουσιόνοες - εξουσιόθυμοι (εάν θέλουν να παρέμβουν οι γλωσσολόγοι, καλώς· άλλως, ας συνεχίσουν να καθεύδουν τυλιγμένοι στην τύρβη των μικροφόβων τους - μικροεξουσιών τους).
Καλά· ούτε πονάει η αλήθεια, μήτε τεθλασμένη είναι· μας θυμίζει απλώς τις ενοχές μας, τους φόβους μας· αναδεικνύει το ολίγιστον της γενναιότητάς μας στο ξύπνημα της κάθε μέρας.
Κρίμα. Αλλά ο φόβος είναι κρίμα, όπως και ο χρόνος. Άρα; Ας μην προσδοκάμε συμπεράσματα. Δεν υπάρχουν. Σκολιός είναι ο δρόμος της ανθρωπότητας αρχήθεν. Αλλά πώς αλλιώς μπορούσε να εγχαράξει την πορεία του; Αυτόν το δρόμο προτίμησε, αυτά τα ίχνη άφησε. Πάνω σ' αυτά βαδίζουμε εμείς ημίτυφλοι, σχεδόν τυφλοί. Αφού διαχωρίσαμε το νου από το σώμα, αφού τρομάξαμε από το αιώνιο γίγνεσθαι του Ηράκλειτου, αφού τοποθετήσαμε (καθορίσαμε) όρια μεταξύ ύλης και πνεύματος, πώς να ερμηνεύσουμε τα φαντάσματα της επιστήμης και της θρησκείας; Είμαστε ακόμη υπνωτισμένοι από το cogito, ergo sum του Καρτέσιου· έμφοβοι και ανίκανοι να δούμε την ταυτότητά μας ως αρμονική συνύπαρξη νου-σώματος. Ντρεπόμαστε για τα ένστικτά μας ή τα φοβόμαστε;
Ο,τι και να 'ναι, καταντήσαμε αιχμάλωτοι της απογοήτευσης. Αλλά έτσι συνέβη, και τώρα πασχίζουμε να ανασυνθέσουμε τα κομμάτια της αρχαίας μνήμης και του τεμαχισμένου εαυτού μας. Ο φόβος-εξουσία εξαφάνισε τους Προσωκρατικούς φιλοσόφους (κήρυκες της ενότητας των πάντων), τους Σοφιστές, τους Επικούρειους, τους ηδονιστές του Αρίστιππου και όλους όσοι έβαζαν φωτιά στα θεμέλια του φόβου. Αναδείχτηκαν έτσι ο Αριστοτέλης και ο Πλάτων, εκφραστές της υλικής επιστήμης και της μεταφυσικής, τελάληδες του δυϊσμού του δυτικού πνεύματος. Εκτοτε ο φόβος εδραιώθηκε, απλώθηκε, κυριάρχησε.
Φτάσαμε σήμερα στο σημείο να ζητούμε θεραπεία από «ειδικούς» του φόβου, επιστήμονες δηλαδή που προσεγγίζουν, αναλύουν, ερμηνεύουν το φόβο! Εάν είναι δυνατόν! Απίστευτοι διανοητές-ρήτορες του ευρωπαϊκού προσανατολισμού αδολεσχούν περί ξενοφοβίας και πώς μπορούμε να την απαλείψουμε, αγνοώντας προκλητικά την ταύτιση φόβου-εξουσίας. Άλλο φοβίες, άλλο φόβος. Οι φοβίες είναι κομμάτια του φόβου, αφειδώς διεσπασμένα στις κοινωνίες· η προσπάθεια να τις αποτινάξουμε δεν είναι παρά το άλλοθι του φόβου, η ευφυής και εύφημος διαιώνισή του. «Διώξτε τους φόβους σας -λένε οι ρήτορες- και θα μπορέσετε να συνυπάρξετε». Ουδείς τολμάει να πει «διώξτε την εξουσία (σας)» διότι άπαντες τρέφονται εξ αυτής.
Δεν υπάρχει -ευτυχώς- ορισμός του φόβου· ποιες λέξεις θα αποδώσουν την άναρχη διαταραχή του πλαγκτού, ποια γράμματα θα συνθέσουν ανάγλυφα το απρόσωπον της εξουσίας; Οι επιστήμονες, δέσμιοι της μονομέρειας και της εξειδίκευσης, απλώς προσπαθούν με τους ορισμούς τους να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους (τι φόβος κι αυτός, να προσπαθείς λυσσαλέα να χτίσεις έναν ορισμό, ώστε ν' αποβάλεις το υπαρξιακό σου κενό).
Μπορεί να μην υπάρχει ορισμός του φόβου, αυτός όμως μας ορίζει· καθορίζει τη στάση μας απέναντι στο συνάνθρωπο και στις στιγμές που παρελαύνουν, λυπημένες γιατί δεν τους δίνουμε σημασία, γιατί δεν ερωτευόμαστε με αυτές αλλά με κάποιο (επιπλωμένο) μέλλον τους.
Ενιοι διανοητές πιστεύουν ότι η διαλεκτική μεταξύ του κακού και του καλού δεν έχει βάση πραγματική, αλλά είναι προϊόν του φόβου του ανθρώπου. Η βούληση του Νίτσε για υπέρβαση αυτής της πεπλανημένης διαλεκτικής εκφράζει τη ζωτική ανάγκη να ελευθερωθεί ο άνθρωπος από μια αρχέγονη πλάνη και από την παγίδα στην οποία είχε πιαστεί εκ γενετής. Ποιος ακούει σήμερα; Ποιος άκουσε έστω; Ποιος θα ακούσει; Αφού κάναμε τη σκέψη μας κλίνη του Προκρούστη, αφού διαχωρίσαμε την ύλη από το πνεύμα, την πολιτική από την ηθική, το παιγνίδι από τη χαρά, δεν μας απομένει τίποτε άλλο παρά η γελοιοποίησή μας μέσω του θεάτρου της ζωής, έστωρ του οποίου είναι ο φόβος. Και σκηνοθέτης, προσθέτουμε για να ολοκληρωθεί το όλον του θεατρικού. Πώς, διάβολε, γίνεται ο φόβος, η εξουσία να διαφεντεύει τις ζωές μας, τις πίκρες μας, τις χαρές μας; Να σκηνοθετούν την πορεία μας ως απλών θεατών και υποτονικών πρωταγωνιστών ταυτοχρόνως; Ρητορικό, σαφώς, το ερώτημα, διότι η απάντηση έχει ήδη δοθεί. Αλλά μ' ένα «γιατί» πεθαίνουμε άπαντες· όσοι πάνε ήσυχοι στο μνήμα απλώς έχουν κουραστεί να φοβούνται ή να σκέφτονται, παραιτημένοι, αδύναμοι.
Θα ήταν ευχής έργο εάν ο φόβος μπορούσε να παιδαγωγήσει τον άνθρωπο και να του προσφέρει αποκαλύψεις (ο Κίρκεγκορ πίστευε ότι η αγωνία είναι μια τέτοια ιδιότητα)· ο άνθρωπος όμως της τεχνολογίας φρικιά όταν αίφνης συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί μήτε να χαρεί μήτε να εκραγεί. Τούτο διότι η χαρά και η έκρηξη (συναισθηματική, υπαρξιακή) ενοχλούν την εξουσία· αφού λοιπόν από μόνοι μας δεν καταφέρνουμε ν' αντισταθούμε, επιδιδόμεθα σε προγραμματισμένα ταξίδια και μεθύσια, εντελώς ανώδυνα για την ακεραιότητα και βασιλεία του φόβου. Και αυτό το εκμεταλλεύεται η «δημοκρατία» μας. Μπορείτε -λέει- να ταξιδέψετε, να ερωτευθείτε, να δημιουργήσετε, να μεγαλουργήσετε· και μεις ασμένως αποδεχόμαστε τις προτροπές, αφού ανοίγεται πεδίο ευρύ για την ελευθερία μας, για την ελευθερία θέλησης. Μας διαφεύγει ότι αυτό που ονομάζουν ελευθερία θέλησης είναι κατ' ουσίαν το συναίσθημα ανωτερότητας που νιώθει κανείς απέναντι σ' έναν υποδεέστερο (Νίτσε, Πέρα από το καλό και το κακό).
Ολα αυτά είναι χαρακτηριστικά του φόβου. Εάν δεν εξουσιάσουμε τους ανθρώπους, δεν μπορούμε ν' αποβάλουμε το φόβο του υπάρχειν. (Γιατί η διαδικασία του μετασχηματισμού των βασικών μετάλλων σε χρυσό ονομάστηκε «προβολή»;)
Για να φτάσει στην ελευθερία του ο Ν. Καζαντζάκης έπρεπε να προβάλει στο παρελθόν, ώστε να τα αποβάλει στο παρόν, την ελπίδα και το φόβο. Ο φόβος ισότιμος της ελπίδας, ο φόβος κυρίαρχος του είναι, ο φόβος διάσπαρτος, ο φόβος αφέντης. Τυραννισμένη η σκέψη απ' αυτόν το φόβο επιτέλους τον αποβάλλει· όταν χάνεται πια κάθε ελπίδα να ξεπεραστεί ο άνθρωπος, όσο κι αν καλλιέργησε τον εαυτό του. Διότι η εξουσία μάς επιτρέπει να φθάσουμε έως ενός ορισμένου σημείου· εάν ξεπεράσουμε το φόβο, θα ξεπεράσουμε την ίδια, οπότε; Οπότε θ' αλλάξει ο ρους της σκέψης της ανθρωπότητας, οι άνθρωποι θα 'ναι ειρηνικοί, το άμεσον της δημοκρατίας θα λαμπρύνει τις κοινωνίες, η βία θα απαλειφθεί, η ματαιοδοξία θα αφανιστεί (ωραίο σενάριο για ταινία κινηματογράφου· κινηματογράφος = ο φόβος μπροστά στο θάνατο).
Δυστυχώς η πραγματικότητα είναι άλλη· δυστυχώς αυτός ο κόσμος δεν θ' αλλάξει ποτέ, έως ότου αφανισθεί. Τι μένει; Ν' αναζητήσουμε ανθρώπους αντιεξουσιαστές (όχι ιδεολογικώς αντιεξουσιαστές, όχι αυτούς που σπάνε βιτρίνες θεωρώντας ότι ραπίζουν τον καπιταλισμό, την εξουσία· αυτοί οι ίδιοι είναι έμφοβοι, εξουσιαστές), ανθρώπους που δεν φοβούνται μήπως περάσουν απαρατήρητοι, ανθρώπους που γεύονται την ηδονή των δικών τους στιγμών ελευθερίας, χαράς, ανεξαρτησίας, ανθρώπους που σέβονται τον Πρωταγόρα και τον Δημόκριτο, τον Ντέιβιντ Θόροου και τους αγρότες της υφηλίου, ανθρώπους που καλλιεργούν τον εαυτό τους και δεν τον αφήνουν έρμαιο της εξουσίας, του φόβου.
Αυτό (απο)μένει· τίποτε άλλο. Αλλά ας μην τα βάφουμε όλα μαύρα (αν και είναι από μόνα τους μαύρα τ' ανθρώπινα)· ας αντισταθούμε στο φόβο της εξουσίας, στην εξουσία του φόβου. Μα, δεν υπάρχει ο ήλιος, η θάλασσα, τα βουνά, οι λίμνες, τα ποτάμια, ο έρωτας; Ναι, αλλά όλα τα «απολαμβάνουμε» υπό το κράτος του φόβου· όλα είναι δοσμένα από την εξουσία. Για να μην τρελαθούμε. Διότι η τρέλα είναι κι αυτή ανατρεπτική. Μόνο ο φόβος είναι υποταγή. Μόνο ο φόβος, ο φόβος... Η βία. Η εξουσία.
ΠΗΓΗ: εφημ. Ελευθεροτυπία, ένθετο
του Γιώργου Σταματόπουλου
Φοβούμεθα ό,τι μας εξουσιάζει, άρα ο φόβος είναι η εξουσία. Με τον αυθαίρετο αυτό ορισμό θα μπορούσαμε να αντιπαρέλθουμε όλα τα σχετικά περί τον φόβο. Για να οδηγηθεί όμως κάποιος σ' αυτόν τον ορισμό οφείλει να έχει τρομοκρατηθεί, να έχει δει τρομοκρατημένους ανθρώπους, να έχει τρομοκρατήσει ο ίδιος. Άλλως: να έχει αντικρίσει ή βιώσει όλες τις μορφές του φόβου: από τον αρχέγονο φόβο απέναντι στο ανερμήνευτον και φρικώδες των φυσικών δυνάμεων έως την πολυτέλεια του φόβου απέναντι στο θάνατο.
Είναι πιθανό και λογικοφανές στις απαρχές οι αγέλες ανθρώπων να συνενώθηκαν για να αντιμετωπίσουν σεισμούς, θύελλες, φουρτούνες, πυρκαγιές, πλημμύρες και το φθαρτόν του σώματός των. Δεν φαίνεται όμως να πέρασαν πολλές χιλιετίες αφότου, μετά τη συνένωση και οιονεί αντιμετώπιση του ξεσπάσματος της φύσης, άρχισαν να φοβούνται ο ένας τον άλλον. Πλέον δεν ήσαν αναγκασμένοι να εξευμενίζουν τους θεούς που έπλασαν για ν' αποδιώξουν το φόβο, τον τρόμο, τον πανικό. Η αρχαία κραυγή, το τρέμουλο, το ρίγος, ο πυρετός, το παγωμένο αίμα αντικαταστάθηκαν ή μεταφέρθηκαν στο κοινωνικό γίγνεσθαι, στον ανταγωνισμό.
Στην αρχαία Ελλάδα ήθελαν το Φόβο υιό του θεού του πολέμου και της θεάς της ομορφιάς (ας μη δούμε κάποια παραδοξότητα στην επινόηση του ζευγαριού) και αδελφό του Δείμου (Τρόμου). Τον απεικόνιζαν με μορφή λιονταριού, συνήθως όμως με μορφή γενειοφόρου Πάνα. [Φόβος έκπαγλος βροτείων, (εξ αυτού τάχα να ταυτίζεται με τον πανικό;)]. Οι Σπαρτιάτες είχαν προς τιμήν του(!) ιερό του Φόβου· πώς αλλιώς θα επιβαλλόταν η πειθαρχία τους; Ξόρκιζαν δηλαδή το φόβο τους μετατρέποντάς τον σε θεό. Η ιωνική όμως άνοιξη σμπαράλιασε αγάλματα και θεούς· ο άνθρωπος έπρεπε -πάλι- μόνος του να ερμηνεύσει την ύπαρξή του και την ανθρώπινη κατάσταση-συμβίωση. Και αφού έπαψε να φοβάται τον θεό, άρχισε να φοβάται τον άνθρωπο· αρχικά αυτόν που είχε μεγαλύτερη ρώμη, εν συνεχεία αυτόν που είχε περισσότερη εξουσία.
Οι Αθηναίοι στο άκουσμα και μόνο της λέξης Πέρσες ετρομοκρατούντο, κιτρίνιζαν από το φόβο τους. Αναγκάστηκαν λοιπόν να τους νικήσουν, ναι, αναγκάστηκαν, για να εκδιώξουν τον τρόμο τους. Κι έτσι, γεννήθηκε η δημοκρατία!... Απέβαλαν το φόβο τους ακριβώς γιατί απέβαλαν την εξουσία των Περσών. Χωρίς άγχος πλέον συνυπήρχαν ειρηνικά· ειρηνικά, χμ.... Δικαιολογούν όμως τις αυθαιρεσίες τινών συγχρόνων ότι ο φόβος αναπλάθει το εγώ του άγχους, ότι, ως βιολογική αντίδραση, είναι μια άμυνα του οργανισμού. Λες και μπόρεσαν ποτέ να ενυλώσουν το πλαγκτόν των συναισθημάτων, να ανακαλύψουν τη δομή αυτού του πλαγκτού, να βρουν τα κύτταρά του.
Το γεγονός ότι ο πνευματικός κόσμος έχει ακολουθήσει αρχήθεν σκολιό δρόμο πιθανώς να οφείλεται στο φόβο, στην καχυποψία· [ποτέ δεν ξεπεράσαμε την (αναπόφευκτη) εξουσία του πατέρα· και της μητέρας ακόμη]. Δεν νομίζω ότι έχουν δίκιο όσοι ισχυρίζονται ότι ο φόβος είναι η πιο αρχαία μνήμη· η πιο αρχαία μνήμη είναι το γαλήνιο συναίσθημα από την κολύμβηση στα μητρικά νάματα, από το θαυμάσιο αυτό εννεάμηνο ταξίδι αναμονής(!), το ταξίδι που καθορίζει σχεδόν καθόλον το μετέπειτα ισχνό βίο μας.
Δεν υπάρχει φόβος στη μήτρα της μάνας· μόνο χαρά. Ο φόβος εμφανίζεται όταν αρχίζουν να λειτουργούν οι νοητικές (εξουσιαστικές) διαδικασίες.
Φοβούμεθα το απρόσωπον των νόμων. Ποιοι έφτιαξαν αυτούς τους νόμους; Το βέβαιον είναι ότι ψηφίστηκαν, ορίστηκαν και καθορίστηκαν από τα συμφέροντα των ισχυρών, των εξουσιαστών: Αρχικά ελέω θεού και στη συνέχεια βασιλέως, τυράννου, αυτοκράτορα, φεουδαλιστή, δικτάτορος, φασίστα, αλλά και δημοκρατίας. Οσο πιο πολύ φοβάται κάποιος σήμερα (για τη δουλειά του, για το σύντροφό του, για τα παιδιά του, για το μέλλον, για το θάνατο) τόσο λιγότερο αντιεξουσιαστής είναι· τόσο μεγεθύνει την αλαζονεία αλλά και την αίγλη των εξουσιαζόντων· τόσο πιο πολύ υπηρετεί ένα διεφθαρμένο σύστημα. Ουδέποτε θ' αλλάξει αυτή η ροή, ειδικώς όταν υπάρχουν δήθεν διανοούμενοι που επιτίθενται λεκτικώς στο σύστημα και ουσιαστικώς είναι φερέφωνα και τελάληδές του· υποχείριά του.
Οι τύραννοι όσο και οι σημερινοί πρόεδροι Δημοκρατιών, αλλά κυρίως οι «διανοούμενοι» γνωρίζουν καλά το φόβο των ανθρώπων· σ' αυτόν βασίζονται για να κυριαρχούν. Μα, δεν είναι και οι ίδιοι άνθρωποι; Δεν ένιωσαν αυτοί ποτέ τους φόβο; Ναι· απλώς κατενίκησαν το φόβο επιβάλλοντάς τον στους άλλους. Περαιτέρω, αυτοί είναι που φοβούνται περισσότερο μη τυχόν χάσουν την εξουσία τους, και μετά; Μετά τι;
Ο μέγιστος φόβος είναι, θαρρώ, αυτός μπροστά στην απόφαση: Με την εξουσία ή απέναντί της; Αλλά η απάντηση είναι γνωστή εδώ και χιλιετίες. Οι πολλοί, όχι αναγκαστικά η πλέμπα, τάσσονται με την εξουσία, υποκύπτουν στα μαγνάδια της, στην επίδειξη δύναμης. Γνωρίζεσαι με πολιτικούς, με επιχειρηματίες, με δημοσιογράφους; Μη φοβάσαι τίποτε. Ολα θα πάνε δεξιά στη ζωή σου! Αλλά και μετά την απόφαση ο φόβος δεν σταματάει για όσους προσκύνησαν την εξουσία· απλώς διασπάται σε μικροφοβίες, μη χαθεί τίποτε απ' αυτά που κέρδισαν με την απόφασή τους. Καταντάνε ανθρωπάκια, μίζεροι, καχύποπτοι, ανέραστοι, εξυπνακιστές, εαυτούληδες, οστεολείχοντες, εγκληματίες, δειλοί, πολεμοχαρείς, ειρηνόφιλοι κ.ο.κ.
Δεν υπάρχει πιο θλιβερό θέαμα από ένα φοβισμένο άνθρωπο. Ρίξτε μια ματιά γύρω σας· παντού φοβισμένα ανθρωπάκια που το μόνο που περιμένουν είναι η στιγμή καθ' ην θα επιδείξουν την εξουσία τους! Γι' αυτές τις στιγμές ζουν· όλο το άλλο χρονικό διάνυσμα είναι κατειλημμένοι από τον τρόμο μήπως δεν τους δοθεί η ευκαιρία γι' αυτήν την επίδειξη.
Δεν ξεριζώνεται, δυστυχώς, ο φόβος. Οσο παραμένουμε δέσμιοι του νηδύμου μας, όσο υποκλινόμαστε στην εξουσία τόσο θα εντείνεται η ενοχή της μάνας για τα δυνάμει έμφοβα «τσογλάνια» που γεννάει, η οποία όμως ενοχή σβήνει άμεσα όταν αγγέλλεται η ύπαρξη ως το πιο ιερό «επίτευγμα» του ανθρώπου. Ιερό-ανίερο, αλλά...
Φόβος σημαίνει υγεία, διατείνονται ένιοι ψυχολόγοι, συνυφαίνοντάς τον με τον αρχέγονο τρόμο, με τον ύπνο και το θάνατο. Γιατί διαγράφουν έτσι διά μιας τον homo ludens; Γιατί υποτιμάνε το παιγνίδι ζώων και ανθρώπων και προτάσσουν μόνο το φόβο; Διότι το παιχνίδι είναι αντίσταση στην εξουσία, το παιγνίδι αδιαφορεί για το φόβο, προσδίδοντας ανεξαρτησία σε όσους συμμετέχουν. Γι' αυτό και όλα τα παιχνίδια σήμερα ελέγχονται από την εξουσία. Για να θρυμματισθεί το παίζειν και να αντικατασταθεί από το ιδιοτελώς παίζειν· το τέλος ήγουν να επικρατήσει της χαράς και να επανακάμψει ο φόβος: ο φόβος της ήττας και τα δυσάρεστα συμπαρομαρτούντα για τον ηττημένο.
Δεν νομίζω ότι μας φοβίζουν οι διαφορετικοί άνθρωποι ώστε να τους μετατρέπουμε σε αποπομπαίους τράγους· δεν είναι ο φόβος απέναντι στους αιρετικούς που μας μετατρέπει σε τρομαγμένα ζώα, σε ζώα που δεν επιθυμούν να χάσουν τα κεκτημένα· είναι η εξουσία αυτή που κινεί την ηλιθιότητά μας να δολοφονούμε ώστε να μη διαρραγεί η κοινωνική συνοχή· η εξουσία της οικογένειας, της ομάδας, του συνόλου. Αυτή εγχαράσσει στα μέλη της την ιδεολογία του φόβου, αυτή οικοδομεί τα στερεότυπα του φόβου.
Ολα δείχνουν ότι ο φόβος είναι κοινωνικό φαινόμενο και όχι βιολογικό. Ο φόβος ο κοινωνικός είναι διαρκής. Ο αρχέγονος φόβος, τον οποίο επικαλούνται οι εν διατεταγμένη υπηρεσία σοφοί, είναι στιγμιαίος· «κόβει» τα γόνατα και παγώνει το αίμα, γρήγορα όμως αποβάλλεται, διότι: μετά την καταιγίδα ακολουθεί ηλιοφάνεια, μετά το σεισμό ηρεμία, μετά τον κατακλυσμό γαλήνη. Το παιγνίδι της ζωής κατισχύει του φόβου απέναντι στη φύση ή τον εγκληματία.
Ναι· ο στιγμιαίος φόβος, ως αντίδραση του οργανισμού, είναι υγεία. Ελευθερώνει τα πανικοβληθέντα κύτταρα, προβάλλει τα αντισώματά του, ακόμη και του πλέον απαισιόδοξου ανθρώπου. Ο φόβος όμως που διαχέει η εξουσία είναι συνεχής κι εξαντλητικός (έτσι είναι κάθε τι το επίπλαστον). Συρρικνώνει τα συναισθήματα αλληλεγγύης, τη συμπάθεια, το ενδιαφέρον για το γείτονα και τη δημοκρατία. Γιατί πάσχει η δημοκρατία; Διότι οι πολίτες είναι πλημμυρισμένοι από φόβο, από εξουσία· το DNA των ανθρώπων φαίνεται να μεταλλάσσεται· φρίκη.
Μην αναζητήσετε σελίδες που πιθανώς να απαλύνουν το φόβο, να τον εκδιώκουν· δεν υπάρχουν τέτοιες σελίδες, καλύτερα: δεν υπάρχουν άνθρωποι να γράψουν τέτοιες σελίδες. Οι μεγάλοι συγγραφείς έγιναν μεγάλοι στην προσπάθειά τους να καταπνίξουν τους μικροφόβους τους: το φόβο της μοναξιάς, το φόβο της απόρριψης, το φόβο της μη καταξίωσης, το φόβο της χλεύης, το φόβο της αποτυχίας, τον φόβο, γενικώς, έλλειψης ικανοτήτων. Ακόμη και ο αστείος φόβος μπροστά στο θάνατο ωχριά απέναντι στο φόβο τού να περάσεις απαρατήρητος σ' αυτή τη ζωή. Ας προσθέσουμε όλους αυτούς τους φόβους· τι άθροισμα προσφέρουν; Μα, την εξουσία την ίδια· δεν είναι οφθαλμοφανές και νοοθύμως εύληπτον;
Αλλά ο καθείς αγκιστρώνεται πίσω από το δικό του φόβο και κρίνει ζώντες και τεθνεώτες βάσει των αρχών αυτού του (κατα)δικού του φόβου. Δεν είναι ιλαρόν το φαινόμενον; Μετατρέπουμε το φόβο μας σε ασπίδα και έλεος μαζί· οικτίρουμε εαυτούς για να ζητιανέψουμε λίγη προσοχή από τους δίπλα κινούμενους.
Οσο ο άνθρωπος θα σπαράσσεται από το μέγα φόβο, ήγουν την εξουσία, τόσο το μυστήριο του Σύμπαντος θα έχει ένοχη συνείδηση (και ας μη λύσουμε ποτέ αυτό το μυστήριο...). Δύσκολο να γράφεις για το φόβο-εξουσία. Διότι κάθε στιγμή παραμονεύει να σε κομματιάσει εάν θίξεις το μυστικό της, την ουσία της. Φοβόπληκτοι - φοβολάγνοι = εξουσιόπληκτοι - εξουσιολάγνοι. Δεν είναι τραγικό; Οχι, σε σύγκριση με την αμέσως επόμενη εξίσωση (sic): φοβόνοες - φοβόθυμοι - εξουσιόνοες - εξουσιόθυμοι (εάν θέλουν να παρέμβουν οι γλωσσολόγοι, καλώς· άλλως, ας συνεχίσουν να καθεύδουν τυλιγμένοι στην τύρβη των μικροφόβων τους - μικροεξουσιών τους).
Καλά· ούτε πονάει η αλήθεια, μήτε τεθλασμένη είναι· μας θυμίζει απλώς τις ενοχές μας, τους φόβους μας· αναδεικνύει το ολίγιστον της γενναιότητάς μας στο ξύπνημα της κάθε μέρας.
Κρίμα. Αλλά ο φόβος είναι κρίμα, όπως και ο χρόνος. Άρα; Ας μην προσδοκάμε συμπεράσματα. Δεν υπάρχουν. Σκολιός είναι ο δρόμος της ανθρωπότητας αρχήθεν. Αλλά πώς αλλιώς μπορούσε να εγχαράξει την πορεία του; Αυτόν το δρόμο προτίμησε, αυτά τα ίχνη άφησε. Πάνω σ' αυτά βαδίζουμε εμείς ημίτυφλοι, σχεδόν τυφλοί. Αφού διαχωρίσαμε το νου από το σώμα, αφού τρομάξαμε από το αιώνιο γίγνεσθαι του Ηράκλειτου, αφού τοποθετήσαμε (καθορίσαμε) όρια μεταξύ ύλης και πνεύματος, πώς να ερμηνεύσουμε τα φαντάσματα της επιστήμης και της θρησκείας; Είμαστε ακόμη υπνωτισμένοι από το cogito, ergo sum του Καρτέσιου· έμφοβοι και ανίκανοι να δούμε την ταυτότητά μας ως αρμονική συνύπαρξη νου-σώματος. Ντρεπόμαστε για τα ένστικτά μας ή τα φοβόμαστε;
Ο,τι και να 'ναι, καταντήσαμε αιχμάλωτοι της απογοήτευσης. Αλλά έτσι συνέβη, και τώρα πασχίζουμε να ανασυνθέσουμε τα κομμάτια της αρχαίας μνήμης και του τεμαχισμένου εαυτού μας. Ο φόβος-εξουσία εξαφάνισε τους Προσωκρατικούς φιλοσόφους (κήρυκες της ενότητας των πάντων), τους Σοφιστές, τους Επικούρειους, τους ηδονιστές του Αρίστιππου και όλους όσοι έβαζαν φωτιά στα θεμέλια του φόβου. Αναδείχτηκαν έτσι ο Αριστοτέλης και ο Πλάτων, εκφραστές της υλικής επιστήμης και της μεταφυσικής, τελάληδες του δυϊσμού του δυτικού πνεύματος. Εκτοτε ο φόβος εδραιώθηκε, απλώθηκε, κυριάρχησε.
Φτάσαμε σήμερα στο σημείο να ζητούμε θεραπεία από «ειδικούς» του φόβου, επιστήμονες δηλαδή που προσεγγίζουν, αναλύουν, ερμηνεύουν το φόβο! Εάν είναι δυνατόν! Απίστευτοι διανοητές-ρήτορες του ευρωπαϊκού προσανατολισμού αδολεσχούν περί ξενοφοβίας και πώς μπορούμε να την απαλείψουμε, αγνοώντας προκλητικά την ταύτιση φόβου-εξουσίας. Άλλο φοβίες, άλλο φόβος. Οι φοβίες είναι κομμάτια του φόβου, αφειδώς διεσπασμένα στις κοινωνίες· η προσπάθεια να τις αποτινάξουμε δεν είναι παρά το άλλοθι του φόβου, η ευφυής και εύφημος διαιώνισή του. «Διώξτε τους φόβους σας -λένε οι ρήτορες- και θα μπορέσετε να συνυπάρξετε». Ουδείς τολμάει να πει «διώξτε την εξουσία (σας)» διότι άπαντες τρέφονται εξ αυτής.
Δεν υπάρχει -ευτυχώς- ορισμός του φόβου· ποιες λέξεις θα αποδώσουν την άναρχη διαταραχή του πλαγκτού, ποια γράμματα θα συνθέσουν ανάγλυφα το απρόσωπον της εξουσίας; Οι επιστήμονες, δέσμιοι της μονομέρειας και της εξειδίκευσης, απλώς προσπαθούν με τους ορισμούς τους να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους (τι φόβος κι αυτός, να προσπαθείς λυσσαλέα να χτίσεις έναν ορισμό, ώστε ν' αποβάλεις το υπαρξιακό σου κενό).
Μπορεί να μην υπάρχει ορισμός του φόβου, αυτός όμως μας ορίζει· καθορίζει τη στάση μας απέναντι στο συνάνθρωπο και στις στιγμές που παρελαύνουν, λυπημένες γιατί δεν τους δίνουμε σημασία, γιατί δεν ερωτευόμαστε με αυτές αλλά με κάποιο (επιπλωμένο) μέλλον τους.
Ενιοι διανοητές πιστεύουν ότι η διαλεκτική μεταξύ του κακού και του καλού δεν έχει βάση πραγματική, αλλά είναι προϊόν του φόβου του ανθρώπου. Η βούληση του Νίτσε για υπέρβαση αυτής της πεπλανημένης διαλεκτικής εκφράζει τη ζωτική ανάγκη να ελευθερωθεί ο άνθρωπος από μια αρχέγονη πλάνη και από την παγίδα στην οποία είχε πιαστεί εκ γενετής. Ποιος ακούει σήμερα; Ποιος άκουσε έστω; Ποιος θα ακούσει; Αφού κάναμε τη σκέψη μας κλίνη του Προκρούστη, αφού διαχωρίσαμε την ύλη από το πνεύμα, την πολιτική από την ηθική, το παιγνίδι από τη χαρά, δεν μας απομένει τίποτε άλλο παρά η γελοιοποίησή μας μέσω του θεάτρου της ζωής, έστωρ του οποίου είναι ο φόβος. Και σκηνοθέτης, προσθέτουμε για να ολοκληρωθεί το όλον του θεατρικού. Πώς, διάβολε, γίνεται ο φόβος, η εξουσία να διαφεντεύει τις ζωές μας, τις πίκρες μας, τις χαρές μας; Να σκηνοθετούν την πορεία μας ως απλών θεατών και υποτονικών πρωταγωνιστών ταυτοχρόνως; Ρητορικό, σαφώς, το ερώτημα, διότι η απάντηση έχει ήδη δοθεί. Αλλά μ' ένα «γιατί» πεθαίνουμε άπαντες· όσοι πάνε ήσυχοι στο μνήμα απλώς έχουν κουραστεί να φοβούνται ή να σκέφτονται, παραιτημένοι, αδύναμοι.
Θα ήταν ευχής έργο εάν ο φόβος μπορούσε να παιδαγωγήσει τον άνθρωπο και να του προσφέρει αποκαλύψεις (ο Κίρκεγκορ πίστευε ότι η αγωνία είναι μια τέτοια ιδιότητα)· ο άνθρωπος όμως της τεχνολογίας φρικιά όταν αίφνης συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί μήτε να χαρεί μήτε να εκραγεί. Τούτο διότι η χαρά και η έκρηξη (συναισθηματική, υπαρξιακή) ενοχλούν την εξουσία· αφού λοιπόν από μόνοι μας δεν καταφέρνουμε ν' αντισταθούμε, επιδιδόμεθα σε προγραμματισμένα ταξίδια και μεθύσια, εντελώς ανώδυνα για την ακεραιότητα και βασιλεία του φόβου. Και αυτό το εκμεταλλεύεται η «δημοκρατία» μας. Μπορείτε -λέει- να ταξιδέψετε, να ερωτευθείτε, να δημιουργήσετε, να μεγαλουργήσετε· και μεις ασμένως αποδεχόμαστε τις προτροπές, αφού ανοίγεται πεδίο ευρύ για την ελευθερία μας, για την ελευθερία θέλησης. Μας διαφεύγει ότι αυτό που ονομάζουν ελευθερία θέλησης είναι κατ' ουσίαν το συναίσθημα ανωτερότητας που νιώθει κανείς απέναντι σ' έναν υποδεέστερο (Νίτσε, Πέρα από το καλό και το κακό).
Ολα αυτά είναι χαρακτηριστικά του φόβου. Εάν δεν εξουσιάσουμε τους ανθρώπους, δεν μπορούμε ν' αποβάλουμε το φόβο του υπάρχειν. (Γιατί η διαδικασία του μετασχηματισμού των βασικών μετάλλων σε χρυσό ονομάστηκε «προβολή»;)
Για να φτάσει στην ελευθερία του ο Ν. Καζαντζάκης έπρεπε να προβάλει στο παρελθόν, ώστε να τα αποβάλει στο παρόν, την ελπίδα και το φόβο. Ο φόβος ισότιμος της ελπίδας, ο φόβος κυρίαρχος του είναι, ο φόβος διάσπαρτος, ο φόβος αφέντης. Τυραννισμένη η σκέψη απ' αυτόν το φόβο επιτέλους τον αποβάλλει· όταν χάνεται πια κάθε ελπίδα να ξεπεραστεί ο άνθρωπος, όσο κι αν καλλιέργησε τον εαυτό του. Διότι η εξουσία μάς επιτρέπει να φθάσουμε έως ενός ορισμένου σημείου· εάν ξεπεράσουμε το φόβο, θα ξεπεράσουμε την ίδια, οπότε; Οπότε θ' αλλάξει ο ρους της σκέψης της ανθρωπότητας, οι άνθρωποι θα 'ναι ειρηνικοί, το άμεσον της δημοκρατίας θα λαμπρύνει τις κοινωνίες, η βία θα απαλειφθεί, η ματαιοδοξία θα αφανιστεί (ωραίο σενάριο για ταινία κινηματογράφου· κινηματογράφος = ο φόβος μπροστά στο θάνατο).
Δυστυχώς η πραγματικότητα είναι άλλη· δυστυχώς αυτός ο κόσμος δεν θ' αλλάξει ποτέ, έως ότου αφανισθεί. Τι μένει; Ν' αναζητήσουμε ανθρώπους αντιεξουσιαστές (όχι ιδεολογικώς αντιεξουσιαστές, όχι αυτούς που σπάνε βιτρίνες θεωρώντας ότι ραπίζουν τον καπιταλισμό, την εξουσία· αυτοί οι ίδιοι είναι έμφοβοι, εξουσιαστές), ανθρώπους που δεν φοβούνται μήπως περάσουν απαρατήρητοι, ανθρώπους που γεύονται την ηδονή των δικών τους στιγμών ελευθερίας, χαράς, ανεξαρτησίας, ανθρώπους που σέβονται τον Πρωταγόρα και τον Δημόκριτο, τον Ντέιβιντ Θόροου και τους αγρότες της υφηλίου, ανθρώπους που καλλιεργούν τον εαυτό τους και δεν τον αφήνουν έρμαιο της εξουσίας, του φόβου.
Αυτό (απο)μένει· τίποτε άλλο. Αλλά ας μην τα βάφουμε όλα μαύρα (αν και είναι από μόνα τους μαύρα τ' ανθρώπινα)· ας αντισταθούμε στο φόβο της εξουσίας, στην εξουσία του φόβου. Μα, δεν υπάρχει ο ήλιος, η θάλασσα, τα βουνά, οι λίμνες, τα ποτάμια, ο έρωτας; Ναι, αλλά όλα τα «απολαμβάνουμε» υπό το κράτος του φόβου· όλα είναι δοσμένα από την εξουσία. Για να μην τρελαθούμε. Διότι η τρέλα είναι κι αυτή ανατρεπτική. Μόνο ο φόβος είναι υποταγή. Μόνο ο φόβος, ο φόβος... Η βία. Η εξουσία.
ΠΗΓΗ: εφημ. Ελευθεροτυπία, ένθετο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου