Τα ψέματα που κλόνισαν την Ελλάδα
Το πολιτικό σοκ που υπέστησαν το ΠαΣοΚ και η ΝΔ στις εκλογές οφείλεται στα μεγάλα ψέματα που είπαν οι ηγεσίες τους τα πέντε τελευταία χρόνια
«Kατακτά βασίλεια δίχως πόλεμο, αλλά ενίοτε ακόμη και μετά την απώλεια της μάχης. Χαρίζει και ανακτά θέσεις. Μετατρέπει ένα βουνό σε απλό σωρό από χώματα και κάνει έναν σωρό από χώματα βουνό. Προεδρεύει εδώ και πολλά χρόνια σε εκλογικές επιτροπές, κάνει το μαύρο άσπρο, αναγορεύει άθεους σε αγίους και ακόλαστους σε πατριώτες, προμηθεύει με νοημοσύνη τους υπουργούς εξωτερικών
και ανυψώνει ή κατακρημνίζει την πιστωτική ικανότητα του έθνους».
Σε αυτό το απατηλά σύγχρονο κείμενο για την παθολογία του δημοσίου βίου, ο Τζόναθαν Σουίφτ, σατιρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος και πολιτικός επιφυλλιδογράφος με φαρμακερή γλώσσα, ανακαλύπτει το 1733 την ακατανίκητη κινητήρια δύναμη της πολιτικής: δεν είναι η ιδεολογία, αλλά το ψέμα.
Πλάτωνας και Μακιαβέλι
Το ψεύδος στην πολιτική είναι μια πρακτική καθαγιασμένη από τον χρόνο. Δεν υπήρξε ποτέ ένα ειδυλλιακό παρελθόν, ένας χαμένος παράδεισος όπου οι πολιτικοί δεν ψεύδονταν, για να γευθούν στη συνέχεια τον απαγορευμένο καρπό και να εκμαυλιστούν από αυτόν. Ο Πλάτωνας είχε μιλήσει για το «γενναίο ψεύδος» που υπό συγκεκριμένες συνθήκες ο ηγέτης εξαναγκάζεται να πει στον λαό, ο Μακιαβέλι το εκθείασε ως αναπόσπαστο προσόν του ηγεμόνα, ο Σουίφτ το αναγόρευσε σε τέχνη απορρυπαντική με την οποία τα πάντα μετατρέπονται με αλχημικό τρόπο στο αντίθετό τους.
Είτε οι πολιτικοί όντως τείνουν να ψεύδονται περισσότερο σε σχέση με άλλες κοινωνικές ή επαγγελματικές ομάδες είτε όχι, η πεποίθηση ότι αυτό συμβαίνει είναι σήμερα εδραιωμένη στην κοινή γνώμη. Σε δημοσκόπηση ερευνητικού κέντρου του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ το 2010, το 91% των αμερικανών ψηφοφόρων είχε διαπιστώσει ψέματα και παραπλανητική πληροφόρηση σε πολιτικές διαφημίσεις των ενδιάμεσων εκλογών εκείνης της χρονιάς. Πιο κοντά στην Ευρώπη, σφυγμομέτρηση της εταιρείας έρευνας αγοράς YouGov, που δημοσιεύθηκε στον «Independent» της 5ης Μαρτίου 2012, θέλει το βρετανικό κοινό σε ποσοστό 62% να θεωρεί ότι οι πολιτικοί ψεύδονται διαρκώς και ασύστολα.
Τα μυστικά του ψεύδους
Ψέμα, βέβαια, δεν είναι μόνο το ψέμα. Σε ένα κείμενο διάστικτο από ψεύδη της διεθνούς πολιτικής σκηνής ο διακεκριμένος αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Τζον Μερσχάιμερ επιχειρεί να εξακριβώσει «Γιατί οι πολιτικοί λένε ψέματα» (εκδ. Πατάκη). Εκεί υπογραμμίζει ότι το ψέμα είναι απλώς ο γενάρχης μιας μεγάλης οικογένειας με διάφορους βαθμούς συγγένειας, εκλεκτά μέλη της οποίας θεωρούνται επίσης η ανακρίβεια, η αποσιώπηση, η απόκρυψη, η διαστρέβλωση, η παράλειψη, η παραπληροφόρηση, η παραπλάνηση, η προπαγάνδα, η μισή αλήθεια. Εννοιες τον κατάλογο των οποίων θα μπορούσε να είχε εμπλουτίσει, αν είχε αποταθεί στους έλληνες πολιτικούς.
Οι ηγέτες της Μεταπολίτευσης διακρίθηκαν στην επίκληση εκλεπτυσμένων χαρακτηρισμών για αναληθείς πρακτικές – των αντιπάλων τους, κατά κανόνα. «Λασπολογία», «σπερμολογία», «τερατολογία», «διγλωσσία», «μυθολογήματα», «αποκυήματα φαντασίας», «ανυπόστατες φήμες», «αναληθείς ισχυρισμοί», «έργα-μακέτες», υπήρξαν διαχρονικά χιτ μιας πολιτικής σκηνής όπου «κοινοί συκοφάντες» επιδίδονταν σε μεθόδους «δημιουργικής λογιστικής», ενώ άλλοι προΐσταντο μιας «τραβεστί οικονομίας».
Κατ’ άλλους κυνικός, κατ’ άλλους απλώς ρεαλιστικός, αλλά γνωστός τοις πάσι και αγαπημένος σε πολλούς, ο αφορισμός του Κωνσταντίνου Καραμανλή («στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται») αποδέχεται ουσιαστικά δύο κατηγορίες λόγου που θα μπορούσαν να περιγραφούν με τους όρους «ψέμα» και «απόκρυψη», αντίστοιχα. Αν, όμως, αναζητεί κανείς προφανείς παραπλανήσεις, παραλείψεις και ανακρίβειες στον πολιτικό λόγο, δεν χρειάζεται να απομακρυνθεί από τα στενά όρια της τελευταίας δεκαετίας.
Ο Αντώνης Σαμαράς και ο Ευάγγελος Βενιζέλος έχουν ήδη υποπέσει αρκετές φορές στο αμάρτημα του ψεύδους. Ο πρόεδρος της ΝΔ όταν στις αρχές του 2012 διαβεβαίωνε ότι «δεν θα ληφθούν νέα μέτρα πριν από τις εκλογές» και ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ όταν υποστήριζε τον περασμένο Οκτώβριο ότι το δημοψήφισμα που πρότεινε ο Γιώργος Παπανδρέου πρέπει να γίνει «για να εκφραστεί ο λαός», λίγες ώρες προτού αλλάξει γνώμη και αποφανθεί ότι η διενέργειά του είναι λάθος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τις ίδιες ημέρες, τον Οκτώβριο του 2011, ο τότε υπουργός Οικονομικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης τόνιζε ότι η νέα δανειακή σύμβαση δεν θα συνοδευόταν από νέα μέτρα, αφού ίσχυε το Μεσοπρόθεσμο του προηγούμενου Ιουνίου.
Το ψέμα του Καραμανλή
Τον Μάρτιο του 2004 ο Κώστας Καραμανλής εξελέγη Πρωθυπουργός έπειτα από 11 συναπτά έτη διακυβέρνησης της χώρας από το ΠαΣοΚ με κεντρικό σύνθημα της προεκλογικής του εκστρατείας την «επανίδρυση του κράτους». Καθώς η μηχανή του χρόνου δεν έχει ακόμη εφευρεθεί, ώστε η Νέα Δημοκρατία να επέστρεφε στο μακρινό 1832 και να επαναδιαπραγματευόταν με τις Μεγάλες Δυνάμεις την ιδρυτική πράξη της χώρας διεκδικώντας πιο συμφέροντες όρους με δόλωμα τη γνώση των μελλούμενων, η ουσία του προγράμματος αφορούσε ευρύτατες τομές στη δημόσια διοίκηση, στη διακυβέρνηση και στη θεσμική λειτουργία του κράτους.
Εννέα μήνες μετά η «επανίδρυση» θα περιοριζόταν σε μικρό και ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα, στη σύσταση διυπουργικών κλάδων στο Δημόσιο, στη θέσπιση αιρετών περιφερειαρχών, στην κανονιστική μεταρρύθμιση προς έλεγχο της νομοθετικής παραγωγής και στη διαφάνεια του πολιτικού χρήματος. Το 2007 η «επανίδρυση του κράτους» επαναλήφθηκε ως «δέσμευση», αλλά στο τέλος της δεύτερης θητείας το «μικρό και ευέλικτο σχήμα» αριθμούσε 44 μέλη, οι περιφερειακές εκλογές αγνοούνταν (θα γίνονταν για πρώτη φορά μόλις το 2010) και η απόπειρα ελέγχου του πολιτικού χρήματος είχε επισκιαστεί από το φιάσκο του «βασικού μετόχου».
«Θωρακισμένη οικονομία»
Στις 6 Οκτωβρίου 2008 είχαν περάσει ήδη τρεις εβδομάδες από το «σημείο μηδέν» της οικονομικής κρίσης, την πτώση της Lehman Brothers. Η ελληνική κοινωνία ανακάλυπτε σιγά σιγά τις διαστάσεις του προβλήματος – θεωρητικά και αποστασιοποιημένα, εννοείται, εφόσον αυτό αφορούσε ατυχείς ανθρώπους σε μακρινά μέρη της Γης.
Πρακτικά, το ζήτημα αντιμετωπιζόταν με λεκτικούς πυραύλους μικρού βεληνεκούς. Ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής διαβεβαίωνε εκείνη την ημέρα την Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του ότι «η ελληνική οικονομία είναι θωρακισμένη από τις μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει η κυβέρνηση και έχει σημαντικές αντοχές. Το έλλειμμα μειώθηκε, οι ρυθμοί ανάπτυξης εξακολουθούν να είναι από τους υψηλότερους στην ευρωζώνη, ενώ η ανεργία μειώνεται». Τα στοιχεία της Eurostat σήμερα δείχνουν ότι το έλλειμμα αυξανόταν σταθερά από το 2006, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης το 2008 θα έπεφτε ραγδαία από το 4,3% του προηγούμενου έτους στο αναιμικό 1%. Η ανεργία όντως βρισκόταν σε χαμηλό δεκαετίας στο 7,2%, σε δύο μήνες όμως θα άρχιζε μια αδιάκοπη άνοδο. Η «θωρακισμένη οικονομία» ήταν κάτι σαν τη θωρακισμένη Μερσεντές του άσματος: ανέφικτη.
«Λεφτά υπάρχουν»
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ζουν εδώ και μια δεκαετία στον αστερισμό των συνεπειών της 11ης Σεπτεμβρίου. Η Ελλάδα ζει σε αυτόν της 13ης Σεπτεμβρίου, αλλά δεν το γνωρίζει – ή το θυμάται με άλλον τρόπο. Βλέπετε, η 9/13 είναι η επέτειος της ρήσης του Γιώργου Παπανδρέου «λεφτά υπάρχουν» στη συνέντευξή του στη ΔΕΘ, λίγο πριν από τις εκλογές του 2009. Ο πρώην Πρωθυπουργός σε πρόσφατη αναφορά του υπαινίσσεται ότι η περιβόητη φράση αναφερόταν στον φυσικό πλούτο της χώρας και στο ταλέντο των κατοίκων της.
Στην πραγματικότητα, η απάντησή του στο εύλογο ερώτημα του συντάκτη της εφημερίδας «Τα Νέα», Γιώργου Παπαχρήστου, για την προέλευση της χρηματοδότησης του φιλόδοξου τότε οικονομικού προγράμματός του έκανε λόγο για εξοικονόμηση πόρων χαμένων σε σπατάλες, πελατειακές σχέσεις της προηγούμενης διακυβέρνησης, ανείσπρακτους φόρους, αδικαιολόγητες προσλήψεις και διαφθορά. Τεχνικά, δικαιούται να διαβεβαιώνει ότι «ποτέ δεν το εννόησα ως εντολή για παροχές».
Η φράση «λεφτά υπάρχουν», όμως, δύσκολα μπορεί να ερμηνευτεί ως κάτι διαφορετικό από ένα κλείσιμο του ματιού στην κοινωνία. Αφηνε να εννοηθεί, στην απέριττη λιτότητά της, ότι υπάρχει δρόμος, μονοπάτι, διέξοδος, μαντζούνι, βότανο, το μαγικό φίλτρο των Γαλατών του Αστερίξ ίσως, άμεση και εύκολη θεραπεία πάντως για τα αδιέξοδα και τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας. Η επόμενη ημέρα των εκλογών θα ήταν business as usual. Κάπου από το μέλλον έγνεφε ενθαρρυντικά η πράσινη ανάπτυξη. Η Ελλάδα θα γινόταν μια Δανία του Νότου. Και ύστερα ήρθαν οι μέλισσες...
Είναι τελικά ο δρόμος ανοιχτός (και τα σκυλιά δεμένα) για μια αντίληψη των πολιτικών πραγμάτων όπου η αλήθεια υφίσταται μόνο ως φερετζές του ψεύδους; Ο Τζον Μερσχάιμερ παρεμβαίνει εδώ ακριβώς για να σημειώσει μια βασική διάκριση: αυτή του ιδιοτελούς ψεύδους, που λέγεται για προσωπικό, κομματικό ή άλλο μερικό συμφέρον, από εκείνο που αποβλέπει στο συμφέρον της πολιτείας, της κοινωνίας ή του έθνους. Οχι ότι η θέση του στερείται προβλημάτων: σε έναν έμπειρο σε παρόμοια τερτίπια πολιτικό αρκεί μια ελάχιστη λεκτική ταχυδακτυλουργία για να καταστήσει τη φιλική εξυπηρέτηση προάσπιση των υψηλότερων δυνατών ιδανικών. Και κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει τον οποιονδήποτε να τυλίξει μια μερίδα χαριστικών ρυθμίσεων σε μια λαδόκολλα ευρύτερου συμφέροντος. Σε άπταιστα ελληνικά αυτό έχει όνομα – και λέγεται «τροπολογία». l
* Το βιβλίο «Γιατί οι πολιτικοί λένε ψέματα» του Τζον Τζ. Μερσχάιµερ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.
Καρασαρίνης Μάρκος/Το Βήμα
Τα ψέματα που κλόνισαν την Ελλάδα
Το πολιτικό σοκ που υπέστησαν το ΠαΣοΚ και η ΝΔ στις εκλογές οφείλεται στα μεγάλα ψέματα που είπαν οι ηγεσίες τους τα πέντε τελευταία χρόνια
«Kατακτά βασίλεια δίχως πόλεμο, αλλά ενίοτε ακόμη και μετά την απώλεια της μάχης. Χαρίζει και ανακτά θέσεις. Μετατρέπει ένα βουνό σε απλό σωρό από χώματα και κάνει έναν σωρό από χώματα βουνό. Προεδρεύει εδώ και πολλά χρόνια σε εκλογικές επιτροπές, κάνει το μαύρο άσπρο, αναγορεύει άθεους σε αγίους και ακόλαστους σε πατριώτες, προμηθεύει με νοημοσύνη τους υπουργούς εξωτερικών
και ανυψώνει ή κατακρημνίζει την πιστωτική ικανότητα του έθνους».
Σε αυτό το απατηλά σύγχρονο κείμενο για την παθολογία του δημοσίου βίου, ο Τζόναθαν Σουίφτ, σατιρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος και πολιτικός επιφυλλιδογράφος με φαρμακερή γλώσσα, ανακαλύπτει το 1733 την ακατανίκητη κινητήρια δύναμη της πολιτικής: δεν είναι η ιδεολογία, αλλά το ψέμα.
Πλάτωνας και Μακιαβέλι
Το ψεύδος στην πολιτική είναι μια πρακτική καθαγιασμένη από τον χρόνο. Δεν υπήρξε ποτέ ένα ειδυλλιακό παρελθόν, ένας χαμένος παράδεισος όπου οι πολιτικοί δεν ψεύδονταν, για να γευθούν στη συνέχεια τον απαγορευμένο καρπό και να εκμαυλιστούν από αυτόν. Ο Πλάτωνας είχε μιλήσει για το «γενναίο ψεύδος» που υπό συγκεκριμένες συνθήκες ο ηγέτης εξαναγκάζεται να πει στον λαό, ο Μακιαβέλι το εκθείασε ως αναπόσπαστο προσόν του ηγεμόνα, ο Σουίφτ το αναγόρευσε σε τέχνη απορρυπαντική με την οποία τα πάντα μετατρέπονται με αλχημικό τρόπο στο αντίθετό τους.
Είτε οι πολιτικοί όντως τείνουν να ψεύδονται περισσότερο σε σχέση με άλλες κοινωνικές ή επαγγελματικές ομάδες είτε όχι, η πεποίθηση ότι αυτό συμβαίνει είναι σήμερα εδραιωμένη στην κοινή γνώμη. Σε δημοσκόπηση ερευνητικού κέντρου του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ το 2010, το 91% των αμερικανών ψηφοφόρων είχε διαπιστώσει ψέματα και παραπλανητική πληροφόρηση σε πολιτικές διαφημίσεις των ενδιάμεσων εκλογών εκείνης της χρονιάς. Πιο κοντά στην Ευρώπη, σφυγμομέτρηση της εταιρείας έρευνας αγοράς YouGov, που δημοσιεύθηκε στον «Independent» της 5ης Μαρτίου 2012, θέλει το βρετανικό κοινό σε ποσοστό 62% να θεωρεί ότι οι πολιτικοί ψεύδονται διαρκώς και ασύστολα.
Τα μυστικά του ψεύδους
Ψέμα, βέβαια, δεν είναι μόνο το ψέμα. Σε ένα κείμενο διάστικτο από ψεύδη της διεθνούς πολιτικής σκηνής ο διακεκριμένος αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Τζον Μερσχάιμερ επιχειρεί να εξακριβώσει «Γιατί οι πολιτικοί λένε ψέματα» (εκδ. Πατάκη). Εκεί υπογραμμίζει ότι το ψέμα είναι απλώς ο γενάρχης μιας μεγάλης οικογένειας με διάφορους βαθμούς συγγένειας, εκλεκτά μέλη της οποίας θεωρούνται επίσης η ανακρίβεια, η αποσιώπηση, η απόκρυψη, η διαστρέβλωση, η παράλειψη, η παραπληροφόρηση, η παραπλάνηση, η προπαγάνδα, η μισή αλήθεια. Εννοιες τον κατάλογο των οποίων θα μπορούσε να είχε εμπλουτίσει, αν είχε αποταθεί στους έλληνες πολιτικούς.
Οι ηγέτες της Μεταπολίτευσης διακρίθηκαν στην επίκληση εκλεπτυσμένων χαρακτηρισμών για αναληθείς πρακτικές – των αντιπάλων τους, κατά κανόνα. «Λασπολογία», «σπερμολογία», «τερατολογία», «διγλωσσία», «μυθολογήματα», «αποκυήματα φαντασίας», «ανυπόστατες φήμες», «αναληθείς ισχυρισμοί», «έργα-μακέτες», υπήρξαν διαχρονικά χιτ μιας πολιτικής σκηνής όπου «κοινοί συκοφάντες» επιδίδονταν σε μεθόδους «δημιουργικής λογιστικής», ενώ άλλοι προΐσταντο μιας «τραβεστί οικονομίας».
Κατ’ άλλους κυνικός, κατ’ άλλους απλώς ρεαλιστικός, αλλά γνωστός τοις πάσι και αγαπημένος σε πολλούς, ο αφορισμός του Κωνσταντίνου Καραμανλή («στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται») αποδέχεται ουσιαστικά δύο κατηγορίες λόγου που θα μπορούσαν να περιγραφούν με τους όρους «ψέμα» και «απόκρυψη», αντίστοιχα. Αν, όμως, αναζητεί κανείς προφανείς παραπλανήσεις, παραλείψεις και ανακρίβειες στον πολιτικό λόγο, δεν χρειάζεται να απομακρυνθεί από τα στενά όρια της τελευταίας δεκαετίας.
Ο Αντώνης Σαμαράς και ο Ευάγγελος Βενιζέλος έχουν ήδη υποπέσει αρκετές φορές στο αμάρτημα του ψεύδους. Ο πρόεδρος της ΝΔ όταν στις αρχές του 2012 διαβεβαίωνε ότι «δεν θα ληφθούν νέα μέτρα πριν από τις εκλογές» και ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ όταν υποστήριζε τον περασμένο Οκτώβριο ότι το δημοψήφισμα που πρότεινε ο Γιώργος Παπανδρέου πρέπει να γίνει «για να εκφραστεί ο λαός», λίγες ώρες προτού αλλάξει γνώμη και αποφανθεί ότι η διενέργειά του είναι λάθος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τις ίδιες ημέρες, τον Οκτώβριο του 2011, ο τότε υπουργός Οικονομικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης τόνιζε ότι η νέα δανειακή σύμβαση δεν θα συνοδευόταν από νέα μέτρα, αφού ίσχυε το Μεσοπρόθεσμο του προηγούμενου Ιουνίου.
Το ψέμα του Καραμανλή
Τον Μάρτιο του 2004 ο Κώστας Καραμανλής εξελέγη Πρωθυπουργός έπειτα από 11 συναπτά έτη διακυβέρνησης της χώρας από το ΠαΣοΚ με κεντρικό σύνθημα της προεκλογικής του εκστρατείας την «επανίδρυση του κράτους». Καθώς η μηχανή του χρόνου δεν έχει ακόμη εφευρεθεί, ώστε η Νέα Δημοκρατία να επέστρεφε στο μακρινό 1832 και να επαναδιαπραγματευόταν με τις Μεγάλες Δυνάμεις την ιδρυτική πράξη της χώρας διεκδικώντας πιο συμφέροντες όρους με δόλωμα τη γνώση των μελλούμενων, η ουσία του προγράμματος αφορούσε ευρύτατες τομές στη δημόσια διοίκηση, στη διακυβέρνηση και στη θεσμική λειτουργία του κράτους.
Εννέα μήνες μετά η «επανίδρυση» θα περιοριζόταν σε μικρό και ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα, στη σύσταση διυπουργικών κλάδων στο Δημόσιο, στη θέσπιση αιρετών περιφερειαρχών, στην κανονιστική μεταρρύθμιση προς έλεγχο της νομοθετικής παραγωγής και στη διαφάνεια του πολιτικού χρήματος. Το 2007 η «επανίδρυση του κράτους» επαναλήφθηκε ως «δέσμευση», αλλά στο τέλος της δεύτερης θητείας το «μικρό και ευέλικτο σχήμα» αριθμούσε 44 μέλη, οι περιφερειακές εκλογές αγνοούνταν (θα γίνονταν για πρώτη φορά μόλις το 2010) και η απόπειρα ελέγχου του πολιτικού χρήματος είχε επισκιαστεί από το φιάσκο του «βασικού μετόχου».
«Θωρακισμένη οικονομία»
Στις 6 Οκτωβρίου 2008 είχαν περάσει ήδη τρεις εβδομάδες από το «σημείο μηδέν» της οικονομικής κρίσης, την πτώση της Lehman Brothers. Η ελληνική κοινωνία ανακάλυπτε σιγά σιγά τις διαστάσεις του προβλήματος – θεωρητικά και αποστασιοποιημένα, εννοείται, εφόσον αυτό αφορούσε ατυχείς ανθρώπους σε μακρινά μέρη της Γης.
Πρακτικά, το ζήτημα αντιμετωπιζόταν με λεκτικούς πυραύλους μικρού βεληνεκούς. Ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής διαβεβαίωνε εκείνη την ημέρα την Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του ότι «η ελληνική οικονομία είναι θωρακισμένη από τις μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει η κυβέρνηση και έχει σημαντικές αντοχές. Το έλλειμμα μειώθηκε, οι ρυθμοί ανάπτυξης εξακολουθούν να είναι από τους υψηλότερους στην ευρωζώνη, ενώ η ανεργία μειώνεται». Τα στοιχεία της Eurostat σήμερα δείχνουν ότι το έλλειμμα αυξανόταν σταθερά από το 2006, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης το 2008 θα έπεφτε ραγδαία από το 4,3% του προηγούμενου έτους στο αναιμικό 1%. Η ανεργία όντως βρισκόταν σε χαμηλό δεκαετίας στο 7,2%, σε δύο μήνες όμως θα άρχιζε μια αδιάκοπη άνοδο. Η «θωρακισμένη οικονομία» ήταν κάτι σαν τη θωρακισμένη Μερσεντές του άσματος: ανέφικτη.
«Λεφτά υπάρχουν»
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ζουν εδώ και μια δεκαετία στον αστερισμό των συνεπειών της 11ης Σεπτεμβρίου. Η Ελλάδα ζει σε αυτόν της 13ης Σεπτεμβρίου, αλλά δεν το γνωρίζει – ή το θυμάται με άλλον τρόπο. Βλέπετε, η 9/13 είναι η επέτειος της ρήσης του Γιώργου Παπανδρέου «λεφτά υπάρχουν» στη συνέντευξή του στη ΔΕΘ, λίγο πριν από τις εκλογές του 2009. Ο πρώην Πρωθυπουργός σε πρόσφατη αναφορά του υπαινίσσεται ότι η περιβόητη φράση αναφερόταν στον φυσικό πλούτο της χώρας και στο ταλέντο των κατοίκων της.
Στην πραγματικότητα, η απάντησή του στο εύλογο ερώτημα του συντάκτη της εφημερίδας «Τα Νέα», Γιώργου Παπαχρήστου, για την προέλευση της χρηματοδότησης του φιλόδοξου τότε οικονομικού προγράμματός του έκανε λόγο για εξοικονόμηση πόρων χαμένων σε σπατάλες, πελατειακές σχέσεις της προηγούμενης διακυβέρνησης, ανείσπρακτους φόρους, αδικαιολόγητες προσλήψεις και διαφθορά. Τεχνικά, δικαιούται να διαβεβαιώνει ότι «ποτέ δεν το εννόησα ως εντολή για παροχές».
Η φράση «λεφτά υπάρχουν», όμως, δύσκολα μπορεί να ερμηνευτεί ως κάτι διαφορετικό από ένα κλείσιμο του ματιού στην κοινωνία. Αφηνε να εννοηθεί, στην απέριττη λιτότητά της, ότι υπάρχει δρόμος, μονοπάτι, διέξοδος, μαντζούνι, βότανο, το μαγικό φίλτρο των Γαλατών του Αστερίξ ίσως, άμεση και εύκολη θεραπεία πάντως για τα αδιέξοδα και τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας. Η επόμενη ημέρα των εκλογών θα ήταν business as usual. Κάπου από το μέλλον έγνεφε ενθαρρυντικά η πράσινη ανάπτυξη. Η Ελλάδα θα γινόταν μια Δανία του Νότου. Και ύστερα ήρθαν οι μέλισσες...
Είναι τελικά ο δρόμος ανοιχτός (και τα σκυλιά δεμένα) για μια αντίληψη των πολιτικών πραγμάτων όπου η αλήθεια υφίσταται μόνο ως φερετζές του ψεύδους; Ο Τζον Μερσχάιμερ παρεμβαίνει εδώ ακριβώς για να σημειώσει μια βασική διάκριση: αυτή του ιδιοτελούς ψεύδους, που λέγεται για προσωπικό, κομματικό ή άλλο μερικό συμφέρον, από εκείνο που αποβλέπει στο συμφέρον της πολιτείας, της κοινωνίας ή του έθνους. Οχι ότι η θέση του στερείται προβλημάτων: σε έναν έμπειρο σε παρόμοια τερτίπια πολιτικό αρκεί μια ελάχιστη λεκτική ταχυδακτυλουργία για να καταστήσει τη φιλική εξυπηρέτηση προάσπιση των υψηλότερων δυνατών ιδανικών. Και κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει τον οποιονδήποτε να τυλίξει μια μερίδα χαριστικών ρυθμίσεων σε μια λαδόκολλα ευρύτερου συμφέροντος. Σε άπταιστα ελληνικά αυτό έχει όνομα – και λέγεται «τροπολογία». l
* Το βιβλίο «Γιατί οι πολιτικοί λένε ψέματα» του Τζον Τζ. Μερσχάιµερ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.
Καρασαρίνης Μάρκος/Το Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου