PS WEB SOLUTION ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΡΕΕΕΕ!!!!!: «Πίστευε και μη ερεύνα»

Κυριακή 11 Μαρτίου 2012

«Πίστευε και μη ερεύνα»

Share This To YourBlog.biz

(Πίστευε, και μή ερεύνα. ) και (Πίστευε και μή, ερεύνα )


Πίστευε και μή, ερεύνα. Εγώ θα πρόσθετα, πιστεύεις δεν πιστεύεις, οφείλεις να ερευνάς, γιατί είσαι ΑΝΘΡΩΠΟΣ - ΑΝΩ ΘΡΟΩ 


Ας κάνουμε λοιπόν μια μικρή ανάλυση. "Άνθρωπος" = άνω + θρώσκω ή ανήρ(άνδρας)+όπωπα; Η ετυμολογίες πάνε ως εξής:

Άνθρωπος = άνω + θρώσκω
θρώσκω = θωρώ
θωρώ = ορώ (όραση)


Εν ολίγοις σημαίνει "αυτός που κοίταξε προς τα πάνω"


Άνθρωπος = ανήρ + όπωπα
όπωπα (όπωπα = ωψ = όψη) = η μία από τις δύο λέξεις που είναι παρακείμενος του "ορώ" (ή άλλη είναι: "εώρακα")


Αποτέλεσμα: ανήρ + παρακείμενος του "ορώ" (όπωπα/εώρακα) και "ορώ" = θορώ = θρώσκω = άνθρωπος.


Αποτέλεσμα είναι ότι ΔΕΝ υπάρχουν απτές αποδείξεις για το ποιο από τα δύο ισχύει. Ο καθένας μας διαλέγει και παίρνει. Αλλά όποιο και από τα δύο αν πάρει ουσιαστικά σημαίνει το ίδιο πράγμα.




Ο Άνθρωπος, σύμφωνα με τον στωικό φιλό-σοφο Χρύσιππο (207 π.Χ.), είναι «ζώον λογικόν», ζώο προικισμένο με αυτεπίγνωση, που μιλά και σκέφτεται με ορθότητα και συνέπεια. Αυτό, φυ-σικά, είναι ένα σημαντικό στοιχείο της αλήθειας για την ανθρώπινη φύση, όμως βρίσκεται πολύ μακριά από το να είναι ολόκληρη η αλήθεια. Ο Άνθρωπος είναι κάτι παραπάνω από το λογικό του εγκεφάλου του, κάτι πολύ περισσότερο. Η εκ-λογίκευση του ανθρώπου και του πολιτισμού του, έχουν την αφετηρία τους στη φιλοσοφία του Καρτέσιου με το γνωστό ρητό: «cogito, ergo sum», που σημαίνει «σκέφτομαι, άρα υπάρχω». Αυτό, όμως, οδήγησε στην αποπνευματοποίηση της υλικής δημιουργίας και συνεπώς και της 
ίδιας της ανθρώπινης ζωής. Ο Άνθρωπος ξέχα-σε ότι δεν αποτελείται μόνο από ύλη, και μάλι-στα «λογική» αλλά ότι βασικό συστατικό στοι-χείο του είναι και το «πνεύμα ζωής» που έχει στα σπλάχνα του. Έτσι, οδηγήθηκε ο ίδιος και ταυτόχρονα οδήγησε και ολόκληρη την κτίση, πρώτα στην οικολογική κρίση και ύστερα στην 
οικολογική καταστροφή




Ένα κόμμα σε οδηγοί σε δύο διαφορετικές έννοιες με κλείνουσα πορεία (σημασία ) 


Η μεθοδολογία και οι προϋποθέσεις της θρησκευτικής έρευνας.
ΤΙΠΟΤΑ κυριολεκτικά δεν μπορεί να αποδειχθεί.


Πρόκλος, Άπαντα #28. Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Δ΄ (σειρά «Οι Έλληνες» #648), Κάκτος, Αθήνα 2007, σελ. 506 κ.ε. : «Ο απλώς επιστήμων και εν τοις δοκούσι δυσγνώστοις και απόροις θεί τας της ευπορίας οδούς επί την θείαν γνώσιν ανατρέχων και την ένθεον νόησιν, δι' ης πάντα φανά και γνώριμα γίγνεται• πάντα γαρ εστιν εν θεοίς. το δε πάντα προειληφός δύναται και τα άλλα της εαυτού γνώσεως πληρούν. τούτο δη και ενταύθα πεποίηκεν ο Τίμαιος [...] αι δε τοιαύται ψυχαί και επιστρέφουσιν επί τους εαυτών προγόνους και πληρούνται παρ' εκείνων ενθέου νοήσεως, η δε γνώσις αυτών εστιν ενθουσιαστική, δια του θείου φωτός τω θεώ συναπτομένη, πάσης άλλης εξηρημένη γνώσεως της τε δι' εικότων και της αποδεικτικής• η μεν γαρ περί την φύσιν διατρίβει και τα καθ' όλου τα εν τοις καθ' έκαστα, η δε περί την ασώματον ουσίαν και τα επιστητά• μόνη δε η ένθεος γνώσις αυτοίς συνάπτεται τοις θεοίς».




Ερμής Τρισμέγιστος, «Ερμού εκ του προς Τατ». Πρωτότυπο και μετάφραση στο: Στοβαίος, «Εκλογαί, Αποφθέγματα, Υποθήκαι», τόμ. #4. Βιβλίον πρώτον (κεφ. l-lx) - Βιβλίον δεύτερον (κεφ. i-vii)' (σειρά «Οι Έλληνες» #328), Κάκτος, Αθήνα 1995, σελ. 102.103 : «Θεόν νοήσαι μεν χαλεπόν. φράσαι δε αδύνατον...και το τέλειον τω ατελεί καταλαβέσθαι ου δυνατόν...οφθαλμοίς μεν γαρ τα σώματα θεατά, γλώττη δε τα ορατά λεκτά• το δε ασώματον και αφανές και ασχημάτιστον και μηδέ εξ ύλης υποκείμενον υπό των ημετέρων αισθήσεων καταληφθήναι ου δύναται...ο εξειπείν αδύνατον, τούτό εστιν ο θεός».




Ιουλιανός, «Προς Ηράκλειον κυνικόν», 24: «Αλλά του Πλάτωνος άκουε• «Το δ' εμόν δέος, ω Πρώταρχε προς τα των θεών ονόματα ουκ έστι ανθρώπινον [...] [...] ταύτα εν Φιλήβω λέγεται, και τοιαύτα έτερα πάλιν εν Τιμαίω• πιστεύειν γαρ απλώς αξιοί και χωρίς αποδείξεως λεγομένοις όσα υπέρ των θεών φασιν οι ποιηταί. Ταύτα δε παρέθηκα μη ποτέ σοι παράσχη πρόφασιν, ώσπερ οίμαι των Πλατωνικών πολλοίς, ο Σωκράτης είρων ων φύσει την πλατωνικήν ατιμάσαι δόξαν. Εκεί γαρ ουχ ο Σωκράτης, αλλ' ο Τίμαιος ταύτα λέγει ήκιστα ων είρων»




Αρριανού, «Αλεξάνδρου Ανάβασις», V-1,2. Η μετάφραση από το: Αρριανός Φλάβιος ο εκ Νικομηδείας, «Αλεξάνδρου Ανάβασις», τόμ. 2. Βιβλία ΙΙΙ, IV, V, εκδ. Ζήτρος, Αθήνα 2004, σελ. 389.


Ξενοφώντος, «Επιστολή Προς Αισχίνην». Πρωτότυπο και μετάφραση στο: Στοβαίος, «Εκλογαί, Αποφθέγματα, Υποθήκαι», τόμ. #4. Βιβλίον πρώτον (κεφ. l-lx) - Βιβλίον δεύτερον (κεφ. i-vii) (σειρά «Οι Έλληνες» #328), Κάκτος, Αθήνα 1995, σελ. 106.107.


Ξενοφώντος, «Απομνημονεύματα» Α, 12-16. Στο: Ξενοφών, Άπαντα #1. Απομνημονεύματα #1' (σειρά «Οι Έλληνες» #117), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 54-57.


Ιωάννης Δαμασκηνός, «Πηγήν ζωής νόησον τον Πατέρα, ως ποταμόν γεννώντα τον Υιόν, θάλασσαν το πνεύμα το άγιον• και γαρ η πηγή και ο ποταμός και η θάλασσα μία φύσις εστί. Ρίζαν νόησον τον πατέρα, κλάδον τον Υιόν, καρπόν το Πνεύμα το άγιον [...] Ήλιος ο Πατήρ, ακτίνα έχων τον Υιόν, θερμόν το Πνεύμα το άγιον. μη τόκον ακούων εκ πατρός, σωματικόν τόκον νοήσης• μηδ' ότι Λόγον ακούων, λόγον σωματικόν υπολάβης• μηδέ Πνεύμα Θεού ακούων, άνεμον και αναπνοήν νοήσης»




Θεοδότου επισκόπου Αγκύρας, Ομιλία «εις την γένναν του Σωτήρος», PG 77, 1368D. "Ομολογώ τοιγαρούν τον αυτόν Θεόν και άνθρωπον, Θεόν μεν προ αιώνων, άνθρωπον δε γενόμενον εκ τού τόκου αρξάμενον, ου δύο, αλλ' ένα, ου φραζόμενον ως ένα, διττόν δε επινοούμενον: ουδέ γαρ μάχεσθαι δει τών λόγων την έννοιαν. Ου νοούμεν δύο, ομολογούμεν δε ένα: Το γαρ οικονομίαν και θαύματι συνημμένον ουδέ λόγος διίστησιν ουδέ έννοια. Ει δε τις επινοίαι διαστήσειε το συνημμένον, διαλελυμένον ενόησε και ψευδής η έννοια γίνεται, διαστήσασα <δηλονότι> το συνημμένον αεί. Δει ουν συνομολογούσαν έχειν τών λόγων την έννοιαν. Ένα λέγεις Χριστόν, τον αυτόν Θεόν και άνθρωπον; ουκούν ένα και νόει... μη ουν προς φύσεις διισταμένας καταγάγης τον λογισμόν, Θεού την άκραν θαυματουργήσαντος ένωσιν. Πίστευε τω θαύματι και μη ερεύνα λογισμοίς το γενόμενον. Μη καταλύσης το θαύμα, ευρείν τον λόγον φιλονεικών. ου γαρ μένει το θαύμα ού ο λόγος γνωρίζεται.




Γρηγόριος Παλαμάς, «Δεικνύσα το του Σαββάτου και το της Κυριακής μυστήριον», PG 151,233D: «Μακάριοι οι μη ιδόντες, και πιστεύσαντες, δεικνύς μηδέν έχειν πλέον εις δόξαν τους αυτόπτας γεγενημένους των δι' αυτών εις την προς την πίστιν εναγομένων»




Γιανναράς Χρήστος, «Αλφαβητάρι της πίστης», 13η έκδ., Δόμος, Αθήνα 2006, σελ. 26 (βλ. και σελ. 25-29): «Αν πιστεύεις στο Θεό, δεν το κάνεις επειδή κάποιες θεωρητικές αρχές στο υπαγορεύουν ή κάποιος ιδρυματικός θεσμός σου εγγυάται την ύπαρξή του. Τον πιστεύεις, γιατί το πρόσωπο του, ή προσωπική ύπαρξη του Θεού, σου γεννάει εμπιστοσύνη. Τα έργα του και η ιστορική του «πράξη» -οι παρεμβολές του μέσα στην Ιστορία- σε κάνουν να θέλεις μια σχέση μαζί του. Βέβαια, η σχέση που θεμελιώνει την πίστη, μπορεί να είναι άμεση, μπορεί όμως να είναι και έμμεση σχέση. Όπως και με ένα ανθρώπινο πρόσωπο: Πιστεύω σε κάποιον, τον εμπιστεύομαι, όταν τον έχω συναντήσει, τον γνωρίζω, σχετίζομαι άμεσα μαζί του. Αλλά πιστεύω και σε κάποιον που δεν τον γνωρίζω προσωπικά, όταν οι μαρτυρίες έμπιστων σε μένα ανθρώπων εγγυώνται την αξιοπιστία του. Όπως πιστεύω και σε ένα καλλιτέχνη που ποτέ δεν γνώρισα, όταν το ίδιο το έργο του γεννάει μέσα μου εμπιστοσύνη και θαυμασμό για το πρόσωπο του».


Α. Μανούσος

(Πίστευε, και μή ερεύνα. ) και (Πίστευε και μή, ερεύνα )


Πίστευε και μή, ερεύνα. Εγώ θα πρόσθετα, πιστεύεις δεν πιστεύεις, οφείλεις να ερευνάς, γιατί είσαι ΑΝΘΡΩΠΟΣ - ΑΝΩ ΘΡΟΩ 


Ας κάνουμε λοιπόν μια μικρή ανάλυση. "Άνθρωπος" = άνω + θρώσκω ή ανήρ(άνδρας)+όπωπα; Η ετυμολογίες πάνε ως εξής:

Άνθρωπος = άνω + θρώσκω
θρώσκω = θωρώ
θωρώ = ορώ (όραση)


Εν ολίγοις σημαίνει "αυτός που κοίταξε προς τα πάνω"


Άνθρωπος = ανήρ + όπωπα
όπωπα (όπωπα = ωψ = όψη) = η μία από τις δύο λέξεις που είναι παρακείμενος του "ορώ" (ή άλλη είναι: "εώρακα")


Αποτέλεσμα: ανήρ + παρακείμενος του "ορώ" (όπωπα/εώρακα) και "ορώ" = θορώ = θρώσκω = άνθρωπος.


Αποτέλεσμα είναι ότι ΔΕΝ υπάρχουν απτές αποδείξεις για το ποιο από τα δύο ισχύει. Ο καθένας μας διαλέγει και παίρνει. Αλλά όποιο και από τα δύο αν πάρει ουσιαστικά σημαίνει το ίδιο πράγμα.




Ο Άνθρωπος, σύμφωνα με τον στωικό φιλό-σοφο Χρύσιππο (207 π.Χ.), είναι «ζώον λογικόν», ζώο προικισμένο με αυτεπίγνωση, που μιλά και σκέφτεται με ορθότητα και συνέπεια. Αυτό, φυ-σικά, είναι ένα σημαντικό στοιχείο της αλήθειας για την ανθρώπινη φύση, όμως βρίσκεται πολύ μακριά από το να είναι ολόκληρη η αλήθεια. Ο Άνθρωπος είναι κάτι παραπάνω από το λογικό του εγκεφάλου του, κάτι πολύ περισσότερο. Η εκ-λογίκευση του ανθρώπου και του πολιτισμού του, έχουν την αφετηρία τους στη φιλοσοφία του Καρτέσιου με το γνωστό ρητό: «cogito, ergo sum», που σημαίνει «σκέφτομαι, άρα υπάρχω». Αυτό, όμως, οδήγησε στην αποπνευματοποίηση της υλικής δημιουργίας και συνεπώς και της 
ίδιας της ανθρώπινης ζωής. Ο Άνθρωπος ξέχα-σε ότι δεν αποτελείται μόνο από ύλη, και μάλι-στα «λογική» αλλά ότι βασικό συστατικό στοι-χείο του είναι και το «πνεύμα ζωής» που έχει στα σπλάχνα του. Έτσι, οδηγήθηκε ο ίδιος και ταυτόχρονα οδήγησε και ολόκληρη την κτίση, πρώτα στην οικολογική κρίση και ύστερα στην 
οικολογική καταστροφή




Ένα κόμμα σε οδηγοί σε δύο διαφορετικές έννοιες με κλείνουσα πορεία (σημασία ) 


Η μεθοδολογία και οι προϋποθέσεις της θρησκευτικής έρευνας.
ΤΙΠΟΤΑ κυριολεκτικά δεν μπορεί να αποδειχθεί.


Πρόκλος, Άπαντα #28. Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Δ΄ (σειρά «Οι Έλληνες» #648), Κάκτος, Αθήνα 2007, σελ. 506 κ.ε. : «Ο απλώς επιστήμων και εν τοις δοκούσι δυσγνώστοις και απόροις θεί τας της ευπορίας οδούς επί την θείαν γνώσιν ανατρέχων και την ένθεον νόησιν, δι' ης πάντα φανά και γνώριμα γίγνεται• πάντα γαρ εστιν εν θεοίς. το δε πάντα προειληφός δύναται και τα άλλα της εαυτού γνώσεως πληρούν. τούτο δη και ενταύθα πεποίηκεν ο Τίμαιος [...] αι δε τοιαύται ψυχαί και επιστρέφουσιν επί τους εαυτών προγόνους και πληρούνται παρ' εκείνων ενθέου νοήσεως, η δε γνώσις αυτών εστιν ενθουσιαστική, δια του θείου φωτός τω θεώ συναπτομένη, πάσης άλλης εξηρημένη γνώσεως της τε δι' εικότων και της αποδεικτικής• η μεν γαρ περί την φύσιν διατρίβει και τα καθ' όλου τα εν τοις καθ' έκαστα, η δε περί την ασώματον ουσίαν και τα επιστητά• μόνη δε η ένθεος γνώσις αυτοίς συνάπτεται τοις θεοίς».




Ερμής Τρισμέγιστος, «Ερμού εκ του προς Τατ». Πρωτότυπο και μετάφραση στο: Στοβαίος, «Εκλογαί, Αποφθέγματα, Υποθήκαι», τόμ. #4. Βιβλίον πρώτον (κεφ. l-lx) - Βιβλίον δεύτερον (κεφ. i-vii)' (σειρά «Οι Έλληνες» #328), Κάκτος, Αθήνα 1995, σελ. 102.103 : «Θεόν νοήσαι μεν χαλεπόν. φράσαι δε αδύνατον...και το τέλειον τω ατελεί καταλαβέσθαι ου δυνατόν...οφθαλμοίς μεν γαρ τα σώματα θεατά, γλώττη δε τα ορατά λεκτά• το δε ασώματον και αφανές και ασχημάτιστον και μηδέ εξ ύλης υποκείμενον υπό των ημετέρων αισθήσεων καταληφθήναι ου δύναται...ο εξειπείν αδύνατον, τούτό εστιν ο θεός».




Ιουλιανός, «Προς Ηράκλειον κυνικόν», 24: «Αλλά του Πλάτωνος άκουε• «Το δ' εμόν δέος, ω Πρώταρχε προς τα των θεών ονόματα ουκ έστι ανθρώπινον [...] [...] ταύτα εν Φιλήβω λέγεται, και τοιαύτα έτερα πάλιν εν Τιμαίω• πιστεύειν γαρ απλώς αξιοί και χωρίς αποδείξεως λεγομένοις όσα υπέρ των θεών φασιν οι ποιηταί. Ταύτα δε παρέθηκα μη ποτέ σοι παράσχη πρόφασιν, ώσπερ οίμαι των Πλατωνικών πολλοίς, ο Σωκράτης είρων ων φύσει την πλατωνικήν ατιμάσαι δόξαν. Εκεί γαρ ουχ ο Σωκράτης, αλλ' ο Τίμαιος ταύτα λέγει ήκιστα ων είρων»




Αρριανού, «Αλεξάνδρου Ανάβασις», V-1,2. Η μετάφραση από το: Αρριανός Φλάβιος ο εκ Νικομηδείας, «Αλεξάνδρου Ανάβασις», τόμ. 2. Βιβλία ΙΙΙ, IV, V, εκδ. Ζήτρος, Αθήνα 2004, σελ. 389.


Ξενοφώντος, «Επιστολή Προς Αισχίνην». Πρωτότυπο και μετάφραση στο: Στοβαίος, «Εκλογαί, Αποφθέγματα, Υποθήκαι», τόμ. #4. Βιβλίον πρώτον (κεφ. l-lx) - Βιβλίον δεύτερον (κεφ. i-vii) (σειρά «Οι Έλληνες» #328), Κάκτος, Αθήνα 1995, σελ. 106.107.


Ξενοφώντος, «Απομνημονεύματα» Α, 12-16. Στο: Ξενοφών, Άπαντα #1. Απομνημονεύματα #1' (σειρά «Οι Έλληνες» #117), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 54-57.


Ιωάννης Δαμασκηνός, «Πηγήν ζωής νόησον τον Πατέρα, ως ποταμόν γεννώντα τον Υιόν, θάλασσαν το πνεύμα το άγιον• και γαρ η πηγή και ο ποταμός και η θάλασσα μία φύσις εστί. Ρίζαν νόησον τον πατέρα, κλάδον τον Υιόν, καρπόν το Πνεύμα το άγιον [...] Ήλιος ο Πατήρ, ακτίνα έχων τον Υιόν, θερμόν το Πνεύμα το άγιον. μη τόκον ακούων εκ πατρός, σωματικόν τόκον νοήσης• μηδ' ότι Λόγον ακούων, λόγον σωματικόν υπολάβης• μηδέ Πνεύμα Θεού ακούων, άνεμον και αναπνοήν νοήσης»




Θεοδότου επισκόπου Αγκύρας, Ομιλία «εις την γένναν του Σωτήρος», PG 77, 1368D. "Ομολογώ τοιγαρούν τον αυτόν Θεόν και άνθρωπον, Θεόν μεν προ αιώνων, άνθρωπον δε γενόμενον εκ τού τόκου αρξάμενον, ου δύο, αλλ' ένα, ου φραζόμενον ως ένα, διττόν δε επινοούμενον: ουδέ γαρ μάχεσθαι δει τών λόγων την έννοιαν. Ου νοούμεν δύο, ομολογούμεν δε ένα: Το γαρ οικονομίαν και θαύματι συνημμένον ουδέ λόγος διίστησιν ουδέ έννοια. Ει δε τις επινοίαι διαστήσειε το συνημμένον, διαλελυμένον ενόησε και ψευδής η έννοια γίνεται, διαστήσασα <δηλονότι> το συνημμένον αεί. Δει ουν συνομολογούσαν έχειν τών λόγων την έννοιαν. Ένα λέγεις Χριστόν, τον αυτόν Θεόν και άνθρωπον; ουκούν ένα και νόει... μη ουν προς φύσεις διισταμένας καταγάγης τον λογισμόν, Θεού την άκραν θαυματουργήσαντος ένωσιν. Πίστευε τω θαύματι και μη ερεύνα λογισμοίς το γενόμενον. Μη καταλύσης το θαύμα, ευρείν τον λόγον φιλονεικών. ου γαρ μένει το θαύμα ού ο λόγος γνωρίζεται.




Γρηγόριος Παλαμάς, «Δεικνύσα το του Σαββάτου και το της Κυριακής μυστήριον», PG 151,233D: «Μακάριοι οι μη ιδόντες, και πιστεύσαντες, δεικνύς μηδέν έχειν πλέον εις δόξαν τους αυτόπτας γεγενημένους των δι' αυτών εις την προς την πίστιν εναγομένων»




Γιανναράς Χρήστος, «Αλφαβητάρι της πίστης», 13η έκδ., Δόμος, Αθήνα 2006, σελ. 26 (βλ. και σελ. 25-29): «Αν πιστεύεις στο Θεό, δεν το κάνεις επειδή κάποιες θεωρητικές αρχές στο υπαγορεύουν ή κάποιος ιδρυματικός θεσμός σου εγγυάται την ύπαρξή του. Τον πιστεύεις, γιατί το πρόσωπο του, ή προσωπική ύπαρξη του Θεού, σου γεννάει εμπιστοσύνη. Τα έργα του και η ιστορική του «πράξη» -οι παρεμβολές του μέσα στην Ιστορία- σε κάνουν να θέλεις μια σχέση μαζί του. Βέβαια, η σχέση που θεμελιώνει την πίστη, μπορεί να είναι άμεση, μπορεί όμως να είναι και έμμεση σχέση. Όπως και με ένα ανθρώπινο πρόσωπο: Πιστεύω σε κάποιον, τον εμπιστεύομαι, όταν τον έχω συναντήσει, τον γνωρίζω, σχετίζομαι άμεσα μαζί του. Αλλά πιστεύω και σε κάποιον που δεν τον γνωρίζω προσωπικά, όταν οι μαρτυρίες έμπιστων σε μένα ανθρώπων εγγυώνται την αξιοπιστία του. Όπως πιστεύω και σε ένα καλλιτέχνη που ποτέ δεν γνώρισα, όταν το ίδιο το έργο του γεννάει μέσα μου εμπιστοσύνη και θαυμασμό για το πρόσωπο του».


Α. Μανούσος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου